Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Κωνσταντίνου Τσουκαλά: Οι μεταμορφώσεις του Μωυσή


Ένα αυθεντικό κείμενο πολιτικης θεολογίας παρουσίασε η Αυγή.
Είναι προδημοσιευση από βιβλίο του  Κ.Τσουκαλά
Γίνεται μια αυθεντική θεολογική ανάλυση τρέχοντων ιδεών της συγκυρίας.


Πρώτη Δημοσίευση: Αυγή

του Κωνσταντινου Τσουκαλα

O τεχνοκρατικός νεοφιλελεύθερος λόγος δεν είναι μόνο αντιδραστικός και ανιστορικός, αλλά και θεολογικός. Στο εξής άλλοι Θεοί, κυρίως δε νέοι, «άγνωστοι Θεοί», δεν συγχωρείται πλέον ούτε να υπάρχουν ούτε να κάνουν την εμφάνισή τους. Οι αυτόκλητοι Μωυσήδες αρκούνται λοιπόν στο να κηρύσσουν τον ήδη γνωστό και ιδεολογικά αποστεωμένο λόγο του Κυρίου, επικαλούμενοι απλώς ένα προκωδικοποιημένο θέλημα που κανείς δεν δικαιούται να συζητήσει, να αμφισβητήσει ή ακόμα και να ερμηνεύσει. Στο όνομα του μοναδικού Θεού, οι προφήτες δεν έχουν παρά να αποκαλύπτουν και να εντέλλονται. «Ξεχάστε εκείνα που ξέρατε, ανασκουμπωθείτε, εργαστείτε σκληρά, μη διεκδικείτε τίποτε, σοβαρευτείτε, πειθαρχήστε, υποταχθείτε, αποκηρύξτε εκείνα στα οποία είχατε πιστέψει και, κυρίως, μετανοήστε για αυτό που έχετε κάποτε υπάρξει». Όπως θα μπορούσε να έχει πει ο Πιραντέλλο, είστε και πρέπει να είστε εκείνοι που σας λέμε πως είστε, επειδή έτσι μας αρέσει. Ακόμα και ως αόρατος, ίσως μάλιστα επειδή ακριβώς είναι αόρατος, ο Θεός ομιλεί τη μόνη «α-λήθεια».

Εδώ ακριβώς εντοπίζονται τα άρρητα ιδεολογικά συμπαραδηλούμενα του συνδρόμου ΤΙΝΑ (There is no alternative). Δίχως να το λέει ρητά, η απόφανση ότι «δεν υπάρχουν άλλες υπαλλακτικές λύσεις» υπαινίσσεται επίσης ότι «δεν επιτρέπεται να υπάρξει άλλος υπαλλακτικός λόγος». Με αυτή την έννοια, η «διαρκής κατάσταση ανάγκης» δεν αναφέρεται μόνο στις πολιτικές αποφάσεις και τα «πράγματα», αλλά επεκτείνεται και στις ιδέες, στις λέξεις και στον ίδιο το λόγο. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια «απλή» κατάσταση πολιτικής ανάγκης η οποία επικαθορίζεται από τις έκτακτες «περιστάσεις» που κάποτε ίσως θα περάσουν, αλλά για μια πολύ θεμελιακότερη και διαρκέστερη κατάσταση «λογικής ανάγκης» η οποία εκτείνεται σε άπειρο χρόνο και η οποία, σε τελική ανάλυση, δεν είναι τίποτε άλλο από μια κατάσταση διαρκούς θεολογικής ανάγκης που κηρύσσεται από άμβωνος. Μπροστά στο χάος, μόνο ο ένας και μοναδικός αληθινός Θεός μπορεί να ξέρει, να προβλέπει, να ομιλεί, να εντέλλεται, άρα και να ανταμείβει και να τιμωρεί.

Αυτή άλλωστε είναι η πεμπτουσία όλων των μονοθεϊσμών που, όπως επισήμαινε ο Φρόυντ, οδήγησαν τελικώς στις θρησκευτικές και ιδεολογικές αδιαλλαξίες και στις δογματικές βεβαιότητες που έλειπαν χαρακτηριστικά από την κλασική πολυθεϊστική ή ακόμα περισσότερο από την αναδυόμενη «αγνωστικιστική» αρχαιότητα. Και οι μονοθεϊσμοί οριοθετούν τις δικές τους κλειστές μεθόδους. Πράγματι, η ανάγκη να αναπαράγεται πιστά και με ακρίβεια η μία και μοναδική αλήθεια τείνει πάντα να υπηρετείται από ειδικά και συχνά «θεσπισμένα σώματα», που επιφορτίζονται με την αποκλειστική αρμοδιότητα να καλλιεργούν μονοπωλιακά και από καθέδρας έναν επίσημο και αυτονόητο λόγο. Υπό τις συνθήκες αυτές λοιπόν, οι στρατηγικές της γνώσης και οι στρατηγικές της εξουσίας τείνουν να ταυτίζονται απολύτως. Και στα πλαίσια αυτά, μπορεί πλέον να γίνεται ευρύτερα δεκτό πως η οποιαδήποτε σχετικοποίηση της «α-λήθειας» είναι εκ του πονηρού. Δεν είναι τυχαίο ότι, ολοένα και περισσότερο, απειλώντας να αποτελέσει το ιστορικό προανάκρουσμα για τον κατακερματισμό και την υπονόμευση των δεσποζουσών ιδεολογικών, άρα και των πολιτικών εξουσιών, κάθε «άλλη» ανορθόδοξη άποψη τείνει να εμφανίζεται όχι μόνο ως ανορθολογική, αλλά συχνά και ως «προδοτική».

Υπό τους όρους αυτούς, φαίνεται να ξαναπαίρνουν σάρκα και οστά οι μεσαιωνικές καταβολές της θεμελιώδους τριμερούς διαίρεσης των υπό σταθεροποίηση δυτικών κοινωνιών: εκ­βιαζόμενοι και πειθαναγκαζόμενοι από τους ένστολους και ένοπλους «πολεμιστές» (bellatores) που κατέχουν το μονοπώλιο της έννομης βίας και εξασφαλίζουν την αναπαραγωγή της κοινωνικής τάξης, οι εργαζόμενοι (laboratores) που παράγουν τον υλικό πλούτο πρέπει να κινούνται και να σκέφτονται στους κόλπους ενός συστήματος λόγου που παράγεται και αναπαράγεται από ειδικούς «χειριστές ιδεών», τους μονοπωλιακά οργανωμένους επαγγελματίες ρήτορες, κληρικούς ή οργανικούς διανοούμενους (oratores). Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι στο πλαίσιο της νέας ιδεολογικά ασταθούς συγκυρίας, μόνο οι επισήμως διαπιστευμένοι προφήτες, οι αυστηρά αυτοσυγκρατημένοι τεχνοκράτες, οι γκρίζοι τραπεζίτες, οι πιστοί και άβουλοι υπηρέτες του αγοραίου ορθολογισμού και οι μίσθαρνοι εκλαϊκευτές δικαιούνται πλέον να ασκούν (λελογισμένη και μόνο) κριτική και να λαμβάνουν τις δέουσες αποφάσεις, πάντα φυσικά μετά «λόγου αγοραίας γνώσεως». Όπως ο ανονόμαστος Θεός, έτσι και ο λόγος της αγοράς δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από ουδέτερος, αποστασιοποιημένος, δίκαιος, ανεξίκακος αλλά ταυτόχρονα και παντογνώστης. Κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί από το αμείλικτο βλέμμα Του, κανείς δεν δικαιούται να διανοηθεί να αντιταχθεί στο θέλημά Του, κανείς δεν επιτρέπεται να αμφισβητήσει τη σοφία Του. Και γιʼ αυτόν ίσως το λόγο εμφανίζεται με πολλαπλά πρόσωπα. Όπως ο Θεός, έτσι και η αγοραία λογική είναι λοιπόν τρισυπόστατη. Για να είναι δυνατόν να επικρατήσει στον κατακερματισμένο κόσμο των εν δυνάμει αμαρτωλών, πρέπει να μπορεί να εμφανίζεται ως ήδη συγκροτημένη από τα εξ ων συνετέθη. Ο αγέννητος Πατήρ είναι το αιώνιο Κεφάλαιο, ο Θεάνθρωπος Υιός το γήινο, αλλά και ουράνιο συνάμα, κέρδος και το εκ του Πατρός εκπορευόμενο Άγιο Πνεύμα ο κωδικοποιός του Θείου ορθολογισμού που λούζει ολόκληρο τον κόσμο στο θεόπεμπτο φως του ή, ίσως, με την έκφραση του Λούντβιχ Φόυερμπαχ, «το αναστενάζον πλάσμα, ο πόθος τού δημιουργήματος για το Θεό» και του ατόμου για το συμφέρον του.

Και γιʼ αυτό ακριβώς, το Θεό αυτό δεν επιτρέπεται αλλά και δεν χρειάζεται να τον επικαλούμαστε «επί ματαίω». Με δεδομένη τη γενική πρωτοκαθεδρία των ατομικών συμφερόντων, έπεται πως ο σεβασμός του ελεύθερου αγοραίου συμβατικού λόγου πρέπει να είναι λογικά δεσμευτικός για όλους όσοι πιστεύουν στη Θεία τάξη πραγμάτων. Όλοι βέβαια παραμένουν πάντα ελεύθεροι να επιλέγουν και να διατρανώνουν την πίστη τους. Στο όνομα του ίδιου τους του συμφέροντος όμως, οφείλουν να παραμένουν συνεπείς στους όρους που επιτρέπουν τη συνεχή του επιδίωξη. Και στα πλαίσια αυτά φαίνονται να πείθονται, με επιχειρήματα αντίστοιχα με εκείνα που ανέπτυσσε ο Πασκάλ, στοιχηματίζοντας «ορθολογικά» πάνω στην αιώνια ύπαρξη και φερεγγυότητα της Αγίας Αγοραίας Τριάδας. Υπό τους όρους αυτούς λοιπόν, είναι απολύτως λογικό να θεωρείται έσχατη Ύβρις ακόμα και η αμυδρή υποψία ότι τέτοια ιδιοτελή στοιχήματα μπορεί τελικώς να είναι, όπως έλεγε ο Ζακ Πρεβέρ, «ηλίθια». Εξάλλου, η εμμονή στην προσήλωση των φαντασιώσεων των πιστών στην ύπαρξη και παντοδυναμία ενός κατά τεκμήριον ωφελούμενου Θεού δεν αποβαίνει ποτέ σε όφελος των πρώτων. Αλίμονο όμως, ο ισχυρισμός αυτός δεν επιβεβαιώνεται παρά μόνο εκ του αποτελέσματος. Οι παράδεισοι, επίγειοι και ουράνιοι, παραμένουν πάντα απροσπέλαστοι στη γνώση και στην πρόγνωση των θνητών. Όλοι όμως οφείλουν να γνωρίζουν, ή τουλάχιστον να υποψιάζονται, ότι στον καπιταλισμό εκείνος που γελάει τελευταίος, και προφανώς καλύτερα, είναι πάντα το κεφάλαιο.

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Ροίδη Εμμονές:Λόγος-Ο Λένιν στην Εκκλησία

Του Αναγνώστη Λασκαράτου

M
ε αφορμή τις άκριτες και χωρίς κανένα ηθικό υπόβαθρο σχέσεις της ανερχόμενης Αριστεράς με τον Αρχιεπίσκοπο και με τον Πατριάρχη, ανατρέχω στη σχέση του Λένιν με μια εντελώς διαφορετική Εκκλησία, που υπάρχει μέχρι σήμερα, πολύ συρρικνωμένη πια, η οποία βρίσκεται, σε κάθε πτυχή της ύπαρξής της, στους αντίποδες όσων χαρακτηρίζουν την εθνική κρατική Εκκλησία της Ελλάδας. Aκούγεται απίστευτο αλλά ο Λένιν σύχναζε στα 1907 στο Λονδίνο σε εκκλησίες και ιδιαίτερα σε μια ιδιόρρυθμη ενορία (φωτ.1). Δεν ήταν ασφαλώς θρησκευόμενος, ήταν ίσως λιγότερο άθεος από τον πατριάρχη της Μόσχας αλλά πάντως άθεος και αδιάλλακτος με τον τσαρικό κλήρο μέχρι τέλους (φωτ.2). Το λέω αυτό γιατί στο νότιο άκρο της χερσονήσου του οθωμανικού όρους Μπαλκάν, έχουμε επιφανείς Αριστερούς, που φλερτάρουν με το πιο διεφθαρμένο και αντιδραστικό κομμάτι του κλήρου, σε ένα χωρίς αρχές και πολιτικούς στόχους αλισιβερίσι, στην ολοσχερώς χρεοκοπημένη σήμερα χώρα, που κάποτε έθρεψε τον Ξενοφάνη και τον Πρωταγόρα.
—-Ο Λένιν είχε επισκεφθεί το Λονδίνο έξι φορές μεταξύ 1902 και 1911. Η γυναίκα του η Κρούπσκαγια («Αναμνήσεις από το Λένιν») καταθέτει τη μαρτυρία της:«Στις αγγλικές εκκλησίες η λειτουργία συχνά ακολουθείται από μια σύντομη διάλεξη και συζήτηση. Ο Ίλιτς ήταν ιδιαίτερα λάτρης αυτών των συζητήσεων, γιατί οι απλοί εργαζόμενοι έπαιρναν μέρος σε αυτές … Μια φορά περιπλανηθήκαμε σε μια σοσιαλιστική εκκλησία. Υπάρχουν τέτοιες εκκλησίες στην Αγγλία. Ο προϊστάμενος περιπλανήθηκε τη Βίβλο και στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι η έξοδος των Εβραίων από την Αίγυπτο συμβολίζει την έξοδο των εργαζομένων από το βασίλειο του καπιταλισμού στο βασίλειο του σοσιαλισμού. Όλοι σηκώθηκαν και έψαλλαν από ένα σοσιαλιστικό προσευχητάρι: ‘Οδήγησέ μας, Κύριε, από το Βασίλειο του Καπιταλισμού στο Βασίλειο του Σοσιαλισμού’. Πήγαμε σε αυτήν την εκκλησία και πάλι αργότερα, ήταν ο ναός ‘Επτά Αδελφές’».
lenin-church2—-Οι εκκλησίες στις οποίες σύχναζε ο Λένιν δεν ήταν τυχαίες. Ήταν σχισματικές, αναρχικές, ελευθεριακές, σοσιαλιστικές, εκεί συναντιόντουσαν Κουάκεροι με Τολστοϊστές, είχαν χαρισματικούς πάστορες, με πολύ προωθημένες χριστιανικές ιδέες, που ταυτίζονταν στο κοινωνικό πεδίο με τις μαρξιστικές απόψεις για την αδικία, τους πλούσιους, τον πόλεμο, την εκμετάλλευση της εργασίας κλπ. Τέτοιες κοινότητες συγκροτήθηκαν κάμποσες, όπως αυτές που έστησε ο Τολστοϊανος John Coleman Kenworthy στο Croydon του Surrey (Νοτ. Λονδίνο, 1894) και στο Purleigh του Essex (1896), που διαλύθηκαν σχετικά σύντομα από εσωτερικές διενέξεις. Πρόδρομος και κέντρο αυτών των (λίγων) ιδιόρρυθμων ενοριακών κοινοτήτων ήταν ο ναός της «Αδελφότητας», στη γωνία των οδών Balmes και Southgate (Nότια πύλη), στα όρια των περιοχών Islington και Ηackney του Λονδίνου, στη συνοικία της De Beauvoir town, που ανήκε στην αυτόνομη χριστιανική Εκκλησία της «Αδελφότητας», τα ίχνη της οποίας ξεκινούν στα 1887 όταν ο αιδεσιμότατος Ιωάννης Μπρους Γουάλλας Βορειοϊρλανδός γεννημένος το 1853 στην Ινδία εξέδωσε το περιοδικό «Η αδελφότητα», στο Limavady της Β.Ιρλανδίας. Στα 1891 μετακόμισε στο Λονδίνο και αγόρασε την τότε ετοιμόρροπη εκκλησία την οποία αναστήλωσε (φωτ.3). Ο ίδιος άνοιξε και συνεταιριστικό κατάστημα τροφίμων στη Downham Road. Το 1897, οι συμμετέχοντες στο 4ο Διεθνές Συνέδριο χορτοφαγίας, άκουσαν εκεί ένα ανθρωπιστικό κήρυγμα. Το ‘Εθνικό Κινηματογραφικό Αρχείο’ της Βρετανίας έχει διασώσει ένα φιλμάκι της αστυνομίας, στο οποίο φαίνονται οι ακροδεξιοί της οργάνωσης «Δυνάμεις της αφοσίωσης και του πατριωτισμού», να διαλύουν μια συνάντηση ειρηνιστών και αντιρρησιών συνείδησης που έγινε εκεί το 1917. Ο ναός που ήταν ένα είδος φαβιανού σοσιαλιστικού ινστιτούτου, δηλαδή οργανικά ενταγμένος στο αριστερό μεταρρυθμιστικό κίνημα, κατεδαφίστηκε στις 8 Ιουνίου του 1934 (φωτ.4) και τώρα στη θέση του βρίσκονται μεγάλα άχαρα μπλοκ από διαμερίσματα, ενώ στην απέναντι από το ναό πρώην πύλη εργοστασίου, είναι η είσοδος στους κήπους Rosemary. Το όνομά τους προέρχεται από το κλαδάκι του δενδρολίβανου που φορούσαν στα καπέλα τους οι ‘Levellers’, μια ομάδα της ριζοσπαστικής αριστεράς του 1640 (ισότητα, ανεξιθρησκεία, φεμινισμός, κοινωνικό συμβόλαιο), που είχε συναντήσεις σε κοντινή ταβέρνα. Η γειτονιά δηλαδή μύριζε από πολύ παλιά εργατιά, αίρεση, φύση και επανάσταση. Το 1783 χτίστηκε εργοστάσιο παραγωγής της χρωστικής ουσίας του λευκού μόλυβδου, που έπαιρνε ενέργεια από δύο υπέροχους ανεμόμυλους, κοντά στον τεχνητό «Νέο ποταμό» (1613, υδροδοτούσε το Λονδίνο με νερά του ποταμού Λη), όπου έκανε βαρκάδα η εργατική νεολαία. Τα κατάλοιπα του εργοστασίου καταστράφηκαν στους βομβαρδισμούς του Β΄Παγκοσμίου πολέμου.
—-Το Γουάλλας διαδέχθηκε ο αιδεσιμότατος Swan, οπαδός του ελευθεριακού σοσιαλιστή ποιητή, μεσαιωνιστή και σχεδιαστή υφαντουργίας William Morris, που είχε την ευτυχία να δει το ‘Ρωσικό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Εργατικό Κόμμα’ να χρησιμοποιεί το ναό του το Μάη του 1907 για το 5ο συνέδριό του που κράτησε τρεις βδομάδες (τελείωσε τον Ιούνιο) στο οποίο προσήλθαν σύσσωμοι οι Λένιν, Στάλιν, Τρότσκυ, Γκόρκι, Λιτβίνοφ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Όσο αμέτοχος ή αδιάφορος ή εχθρικός κι αν είναι κάποιος σε σχέση με το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, η παρουσία τόσων προσωπικοτήτων, τόσο σημαντικών και τόσο διαφοροποιημένων μεταξύ τους, στα πλαίσια ενός κοινού στην βασική του σύλληψη ουτοπικού ή εφιαλτικού (όπως αποδείχτηκε για πολλούς) ονείρου, είναι αδύνατον να μη βρίσκει τώρα συναρπαστική αυτήν την τόσο πυκνή ελπιδοφόρα μάζωξη αυτών των lenin-church3«μυθικών» μορφών του Μαρξισμού, στο χριστιανικό ναό μιας ιστορικής καπιταλιστικής μητρόπολης. Oι πρωταγωνιστές της επικείμενης Οκτωβριανής Επανάστασης έχουν πάρει ήδη τη θέση τους στο σκηνικό. O Tρότσκι είχε φτάσει εδώ το Φλεβάρη, δραπέτης από το Μπερεζόφ καθ’οδόν προς την εξορία του Ομπντόρσκ στις όχθες του παγωμένου Όβι, αργότερα θα περιφερόταν στη Δύση εξόριστος από το Στάλιν. Στις 13 του Μάη του 1907 η «Κόκκινη Ρόζα» γράφει ένα αισθαντικό γράμμα από το Λονδίνο, περιγράφοντας τα αισθήματά που της δημιούργησε η πόλη στον εραστή της Κόστια Zetkin στη Στουτγάρδη από το ξενοδοχείο «Οι τρεις καλόγριες», το όνομα του οποίου βρίσκει «ύποπτο όπως η Κόλαση». Το γράμμα καταλήγει «…Αλλά ξαφνικά μέσα μου τώρα, λίγο από το τσιγγάνικο αίμα μου έχει ξυπνήσει. Οι διαπεραστικές χορδές της νύχτας στη μεγάλη πόλη, με τη δαιμονική μαγεία της, έχουν αγγίξει κάποιες χορδές της ψυχή των παιδιών της μεγάλης πόλης. Κάπου στα βάθη (νιώθω) μια ασαφή επιθυμία να βυθιστώ σε αυτή την δίνη … Τι έχει να πει ο νεαρός άνδρας με το χοντρό κεφάλι και βαθιά σκούρα μάτια γι’ αυτό;». Ταυτόχρονα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού η Έμμα Γκόλντμαν εξέδιδε το 3ο τεύχος της «Μάννας Γης», που ξεκινούσε με το «Τραγούδι της Γης» του Ραλφ Έμερσον του καλύτερου φίλου του Θορώ.
—-Η μητροπολιτική Αστυνομία δεν έδειξε νοσηρή περιέργεια για το συνέδριο, γιατί ο χασάπης τσάρος της αιματηρής Κυριακής του 1905, ο σημερινός άγιος Νικόλαος της ασύστολης Ορθοδοξίας, αν και συγγενής του αγγλικού βασιλικού οίκου, δεν έχαιρε υπόληψης ως διεφθαρμένος τύραννος και η βρετανική κυβέρνηση ήθελε τον εκδημοκρατισμό της Ρωσίας, παραμερίζοντας έτσι τη διπλωματική της «υποχρέωση» να κάνει συλλήψεις για χατίρι του Ρωμανώφ. Το εκκλησίασμα της Αδελφότητας είχε από καιρό εμπλουτιστεί με διωγμένους διαφωνούντες και μειονοτικούς της ανατολικής Ευρώπης και ο ό ίδιος ο Στάλιν, παλιός σπουδαστής της πρωτόγονης ορθόδοξης ιερατικής σχολής της Τιφλίδας, ανηφόριζε συχνά από το Stepney του ανατολικού Λονδίνου εδώ. Ο Στάλιν, που ήταν ελάχιστα γνωστός έξω από τη Γεωργία, έμεινε στο Tower House, στη Whitechapel Road και ποτέ δεν θα μάθουμε τι σκεφτόταν αυτός ο συμπλεγματικός άνθρωπος κυκλοφορώντας στους δρόμους της Μέκκας της αποικιοκρατίας, μιας και ποτέ δεν αναφέρθηκε στην παραμονή του στο Λονδίνο. Ο ευαίσθητος όμως Μαξίμ Γκόρκι, περιέγραψε το εκκλησάκι(«A History of the Bolshevik Party» by Alan Woods): «Μπορώ ακόμα να βλέπω ζωντανά μπροστά μου το γυμνό ξύλινο τοίχο, λιτό σε σημείο παραλογισμού, τα στενόμακρα παράθυρα κοιτάζοντας προς τα κάτω σε ένα μικρό, στενό διάδρομο που θα μπορούσε να είναι η τάξη ενός φτωχικού σχολείου”
—-Οι εκπρόσωποι του ‘Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος’, πρόδρομου του ΚΚΣΕ, ήταν 336, χωρισμένοι σε δύο κύριες παρατάξεις, τους Μπολσεβίκους και στους Μενσεβίκους, που κυριάρχησαν στη συζήτηση και η συνάντηση επισφράγισε τις διαφωνίες τους. Δεν θα μπορούσαν είχαν συναντηθεί στη Ρωσία και η τσαρική κυβέρνηση είχε ασκήσει πίεση σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Σουηδίας και της Δανίας, να απαγορεύσουν την εκδήλωση. Οι εκλεγμένοι σύνεδροι εκπροσωπούσαν περί τα 150.000 lenin-church4κομματικά μέλη από τα οποία οι Μενσεβίκοι ήταν 43.000 και οι Μπολσεβίκοι 33.000. Η γνωστή οργανωτική ικανότητα, ίσως και η πειθώ, των δεύτερων ανέτρεψε προς όφελός της το συσχετισμό στη σύνθεση της ΚΕ, που προέκυψε από το συνέδριο. Τριάντα πέντε συνεδριάσεις διεξήχθησαν στην Εκκλησία μέσα σε θυελλώδεις συζητήσεις. Οι Μπολσεβίκοι ήθελαν ένοπλη Επανάσταση, οι Μενσεβίκοι, μέσω του αρχηγού τους Ιούλιου Martov, την χαρακτήριζαν ως πραξικοπηματική. Ο Μartov και μετά την Επανάσταση διαφωνούσε με τον κύκλο του αίματος («…η δολοφονική μηχανή πήρε μπροστά…αλλά το αίμα φέρνει αίμα…»), γι’αυτό και αυτοεξορίστηκε στη Γερμανία το 1920 όπου και πέθανε.
—-Οι Λετονοί και Πολωνοί «σοσιαλδημοκράτες», είχαν γύρει στο συνέδριο την πλάστιγγα προς τη μεριά της μπολσεβικικής αχαλίνωτης βίας. Σημείο αντιλεγόμενο ήταν και το θέμα των «απαλλοτριώσεων» (ορολογία που στα καθ’ημάς χρησιμοποίησε και η «Ε.Ο. 17Ν»), που ήταν ένας ευφημισμός για ένοπλες ληστείες κυβερνητικών και ιδιωτικών κεφαλαίων για την υποστήριξη επαναστατικών δράσεων, με τους Μενσεβίκους να τις απορρίπτουν και να αποσπούν το 65% των συνέδρων. Όμως η απόφαση δεν τηρήθηκε. Μάλιστα λίγες εβδομάδες μετά ληστεύτηκε στην Τιφλίδα μια τράπεζα, από μια μικρή ομάδα Μπολσεβίκων. Τέλος διαφωνίες υπήρξαν γύρω από το θέμα της αρίθμησης του Συνεδρίου (5ο κλπ)
—-Το συνέδριο εξέλεξε τον Λένιν, που εκπροσωπούσε την περιοχή του Άνω Κάμα (παραπόταμου του Βόλγα), στο προεδρείο μαζί με τον Φήλικα Dzerzhinsky τον μετέπειτα ιδρυτή της KGB. Τα αποτελέσματα ήταν όπως είπαμε καλά για τους Μπολσεβίκους αλλά καμία πολιτική ομάδα δεν πήρε την απόλυτη πλειοψηφία στην Κεντρική Επιτροπή που είχε 12 μόνιμα και 22 αναπληρωματικά μέλη, μοιρασμένα αντίστοιχα ως εξής: Μπολσεβίκοι 5 και 10, Μενσεβίκοι 4 και 7, Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό κόμμα του Βασιλείου της Πολωνίας και της Λιθουανίας (Ρόζα Λούξεμπουργκ) 2 και 3 και Σοσιαλδημοκρατία της Λετονικής περιοχής 1 και 2. Η νέα Κ.Ε. ήταν σοβαρά διαιρεμένη και δεν μπορούσε να δράσει ενωμένα. Οι Μπολσεβίκοι μάλιστα, φρόντισαν στο περιθώριο και στο τέλος των εργασιών του συνεδρίου να εκλέξουν ένα δικό τους αποκλειστικά ηγετικό όργανο καθοδηγούμενο από τα Λένιν. Αργότερα η Κ.Ε. συμπεριελαβε και δυο Μπουντιστές (Εβραίοι σοσιαλιστές, προσκείμενοι στους Μενσεβίκους, που έβαζαν πάνω από όλα την εβραϊκή τους ταυτότητα). Ένας από αυτούς ήταν ο Ραφαήλ Abramovich, από τους πρώτους αριστερούς διαφωνούντες, που αναγκάστηκε στα 1920 να διαφύγει στο Βερολίνο. Το 1937 οι Σοβιετικοί μυστικοί αστυνομικοί απήγαγαν στην Ισπανία όπου βρισκόταν το γιό του Μαρκ Ρέιν και τον δολοφόνησαν.
lenin-church5—-Σήμερα όπως είπαμε η χριστιανική «Αδελφότητα», που περιλαμβάνει και αθεϊστές, έχει μεταφερθεί τμηματικά από το 1921 στο Στάπλετον του Γιορκσάιρ, σε ένα αυτοδιαχειριζόμενο κτήμα (φωτ.5), αυτοπροσδιοριζόμενη στον ιστοχώρο της ως αναρχική και ειρηνιστική βασισμένη σε οικολογικές αρχές και στη χορτοφαγία, ανοιχτή για επικοινωνία με κάθε καλόπιστο άνθρωπο όπου γης, πιστεύοντας ότι η πίστη αποδεικνύεται κι δικαιώνεται από τον τρόπο που ζεις. Τα μέλη τους είναι διασκορπισμένα σε όλη την Αγγλία, δεν έχουν ιερατείο ή ιεραρχική δομή και αποφεύγουν τα συνέδρια προτιμώντας τις συζητήσεις πάνω από μια κούπα τσάι. Τα κτίρια της φάρμας τους έχουν κτιστεί από τα μέλη τους με οικολογικά υλικά και κριτήρια, έχουν δε κατεδαφιστεί από τις αρχές και ξανακτιστεί. Η κοινότητα εφαρμόζει την ανακύκλωση και ζει αρμονικά με τα ζώα της τα οποία δεν τα σκοτώνει για να τα φάει. Οι θρησκευτικές τους τελετές είναι ελάχιστες, βασίζονται στις παραδόσεις των Κουάκερων και περιορίζονται σε κηδείες και γάμους. Πιστεύουν πως όλοι μας έχουμε υποχρέωση να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο με τις πράξεις μας. Μια από τις δικές τους είναι και ο αγώνας για τον παγκόσμιο πυρηνικό αφοπλισμό, που έδωσαν με επικεφαλής τον Len W. Gibson, μέχρι το θάνατό του (2007).
—-Ας ελπίσουμε πως η ηθικά και οικονομικά χρεοκοπημένη πατρίδα μας θα μπορέσει κάποτε να αναδείξει παρόμοιες χριστιανικές κοινότητες, που θα συνεργαστούν με μια έντιμη, σοφή, ευαίσθητη, ουμανιστική και ορθολογική Αριστερά. Οι μικρές ουτοπίες σηματοδοτούν ελπίδες, γεννούν ιδέες, λειτουργούν ως προεικονίσεις ενός αυριανού καλύτερου κόσμου, που του δίνουν δυναμική για να γίνει εφικτός. Θα επαναλάβω πως σήμερα η πολύπειρη πονηρή πόρνη της ανίερης Βαβυλώνας των ρασοφόρων, συνεδριάζει και συναγελάζεται φανερά και συναλλάσσεται παρασκηνιακά με μια Αριστερά η οποία κάνει με τα συχνά της καμώματα κάθε τίμιο άνθρωπο άνω ποταμών. Ασφαλώς η Αριστερά οφείλει να είναι ανοιχτή για συζήτηση με τους Χριστιανούς αν και όπου αυτοί υπάρχουν. Δεν μπορεί όμως να συνδιαλέγεται με την Εκκλησία της οποίας ο Αρχιεπίσκοπος ευλογεί το Φύρερ των Νεοναζί, οι ιερείς της ευλογούν τα γραφεία τους, κι αυτοί λιτανεύουν τις ιερές της εικόνες, χωρίς να έχει αντιδράσει γι’αυτό ούτε ένας επίσκοπος.

ΥΓ
Δείτε: «1907 Ρωσικό επαναστατικό συνέδριο στην οδό Southgate». Πρόγραμμα του BBC4, της σειράς «Παρακολουθώντας τους Ρώσους», που παρουσιάζει η Στέλλα Rimington: «Εκατό χρόνια πριν η συνοικία De Beauvoir ήταν η σκηνή μιας τριών εβδομάδων συνάντησης, που βόηθησε να αλλάξει το πρόσωπο του κόσμου. Η τοποθεσία ήταν ένα παρεκκλήσι….».

***

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Ρωσική Θεολογία στην Αυγή: Κύριε Ελέησον....

Οταν ξεκίνησα το ιστολόγιο, τό έκανα για να καταγράψω αναφορές Πολιτικής Θεολογίας αλά Schmitt , δηλαδή την ισοδυναμία και ισομορφία  πολιτικών και θεολογικών αξιωμάτων. Δεν περίμενα η πραγματικότητα να με ξεπεράσει.Η Αυγή δεν ασχολείται πλέον και Πολιτική Θεολογία, ούτε Θεολογία της Απελευθέρωσης. Τό έρριξε στην καραμπινάτη κλασσική Θεολογία. Κύριε Ελέησον.........
 
Πηγή:Αυγή εδώ

Ημερομηνία δημοσίευσης: 11/11/2012
ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ*

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΤΥΧΩΝ (Σεβκουνόφ), Σχεδόν Άγιοι, εκδόσεις Εν πλω, σελ. 534, μεταφραστική ομάδα Αγγελική Πελωριάδου, Βάσια Ζαρκαδούλα, Ειρήνη Κασάπη, Αλεβτίνα Βόλγκινα
Τα βιβλία για την Ορθοδοξία στη σύγχρονη Ρωσία είναι ακόμα εξαιρετικά σπάνια και εκτός από τις πολυάριθμες εκδόσεις για το βίο του Αγίου Λουκά Συμφερουπόλεως και Κριμαίας (Βαλεντίν Βόινο-Γιασενέτσκι) πολύ λίγοι γνωρίζουν στην Ελλάδα πώς ζει σήμερα η Ρωσική Εκκλησία. Παρότι το «σιδηρούν παραπέτασμα» έχει πέσει και ο κόσμος έγινε πολύ πιο ανοιχτός.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του, το βιβλίο ξαφνιάζει. Ξαφνιάζει με την ικανότητά του να αποκαθιστά τις έννοιες, να φρεσκάρει την αντίληψη τού συνήθους κόσμου της εκκλησίας. Το χαρακτηριστικό αυτών των κειμένων είναι ότι διαβάζονται ευχάριστα και από ανθρώπους που δεν έχουν καμιά σχέση με τον κόσμο της Εκκλησίας. Και δεν είναι τυχαίο, ότι μόλις ένα χρόνο αφότου κυκλοφόρησε το βιβλίο, το τιράζ του στη ρωσική γλώσσα έχει φτάσει τα 1,2 εκατομμύρια αντίτυπα, και ο αριθμός αυτός αυξάνεται συνεχώς. Για πάρα πολλούς ανθρώπους, τα διηγήματα του πατέρα Τίχωνα στάθηκαν η πρώτη ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με το άγνωστο ορθόδοξο σύμπαν. Γιατί, πέρα από την αφήγηση για τα μοναστήρια και τους γέροντες, ουσιαστικά θέμα του βιβλίου είναι η χριστιανική πίστη καθαυτή.
Δεύτερο χαρακτηριστικό, η κλασική, άριστα ακονισμένη γραφή του. Τίποτα περριτό. Το βιβλίο είναι άψογα δομημένο: οι αναμνήσεις και οι αφηγήσεις εναλλάσσονται με ιδέες, και τα σοβαρά, συχνά τραγικά επεισόδια συνδυάζονται αρμονικά με το χιούμορ. Σήμερα, λίγοι μπορούν να γράφουν μʼ αυτόν τον τρόπο: χωρίς πομπώδεις μεγαλοστομίες, χωρίς τον ενοχλητικό διδακτισμό και τα γλυκανάλατα κηρύγματα, τα οποία συχνά προσπαθούν να υποκαταστήσουν την πνευματικότητα. Στις σελίδες αυτές θα συναντήσει κανείς άφθονες γνωστικές εκπλήξεις, την αγάπη και τη συμπάθεια, ακόμα και για εκείνους τους ανθρώπους, τα έργα και ημέρες των οποίων μόνο συμπαθή και αποδεκτά δεν ήταν.
Πρέπει να μιλήσουμε ξεχωριστά για το χιούμορ του συγγραφέα. Όσον αφορά τα συγγράμματα των πνευματικών προσώπων, η επιτηδευμένη σοβαρότητα ανέκαθεν αποτελούσε στερεότυπο και κανόνα, με σχεδόν απαγορευμένο έστω κι ένα ίχνος χαμόγελου στα κείμενα. Γιʼ αυτό η ικανότητα να μιλάει κανείς για τα πλέον σοβαρά θέματα -τη ζωή και το θάνατο, τη σωτηρία, την πίστη και τη μοναξιά- χωρίς θλιμμένο ύφος αλλά με χαρούμενες και ανοιχτόμυαλες σκέψεις, αποτελεί σπάνιο και πολύτιμο ταλέντο. Και γιʼ αυτό ακριβώς οι πλέον απελπιστικές καταστάσεις και τα αξεπέραστα προβλήματα οπωσδήποτε βρίσκουν τις λύσεις τους. Μόνο που έτσι πρέπει να γίνουν οι πλέον ειλικρινείς προσπάθειες, συχνά υπερβάσεις. Το κυριότερο είναι να μην απελπιζόμαστε, να κοιτάμε τον κόσμο με ήρεμη και συνετή ματιά, όπως ακριβώς κάνουν οι ήρωες του βιβλίου «Σχεδόν άγιοι».
Το βιβλίο επιβεβαιώνει μία από τις κυριότερες «ανακαλύψεις», την οποία μας παρουσιάζει το Ευαγγέλιο: ο κόσμος δεν είναι απελπιστικά τραγικός, υπάρχει χώρος για το Ωραίο και το Διαχρονικό. Όπως υπάρχει χώρος και για την ποικιλότητα, τις θαυμαστές συμπτώσεις, τα νομοτελή τυχαία γεγονότα, ακόμα και για τους αγίους, που δεν είναι καθόλου άγιοι, δηλαδή, για τους «σχεδόν αγίους»! Έτσι, η απελπισία και η κατήφεια εξαφανίζονται με τον πλέον φυσικό τρόπο. Πώς συμβαίνει αυτό στην πράξη, μας αφηγείται το βιβλίο.
Και κάτι ακόμα. Ο συγγραφέας ωθεί τον αναγνώστη να καταθέσει τη δική του μαρτυρία για την ομορφιά του κόσμου. Ο πάτερ Τύχων μας υπενθυμίζει, ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να ανακαλύψει στην ψυχή του τον δικό του Ευαγγελισμό. Και δεν είναι απαραίτητο η ανακάλυψη αυτή να πάρει τη μορφή διηγημάτων ή βιβλίου. Μπορεί να είναι ένας πίνακας ζωγραφικής ή ένα τραγούδι, μπορεί να είναι μια προφορική αφήγηση, αλλά, πρωτίστως, πρέπει να είναι έργο το οποίο θα φέρει τη σπίθα του φωτός, που έχουμε δει και έχουμε αισθανθεί κάποια στιγμή.
Είπαμε τόσα πολλά για το βιβλίο, χωρίς να πούμε έστω και δυο λόγια για τον συγγραφέα του, τον αρχιμανδρίτη της Ανδρικής Μονής Σρέτενσκι (Υπαπαντής) της Μόσχας, η οποία βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της ρωσικής πρωτεύουσας με τους είκοσι εκατομμύρια κατοίκους. Κι αυτό το γεγονός είναι γνώρισμα των καιρών μας. Έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε, ότι η μοναστική ζωή πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από μοναχικότητα και απόσταση από τους ανθρώπους, εν ολίγοις από κάθε τι απόκοσμο. Υπό μία έννοια έτσι είναι, αλλά στην περίπτωση του πατέρα Τύχωνα και της αδελφότητας της Μονής έχουμε ένα άλλο παράδειγμα: οι μοναχοί κάνουν το δύσκολο έργο τους μες στον ανήσυχο κόσμο των ανθρώπων, συμμεριζόμενοι ενεργά τις δυσκολίες και τη θλίψη τους. Η Μονή εκδίδει έναν τεράστιο όγκο ορθόδοξων βιβλίων, αναπτύσσει την πρωτοπόρο διαδικτυακή Πύλη www.pravoslavie.ru, ασχολείται με τη γεωργία, έχει το δικό της θεολογικό εκπαιδευτήριο. Χάρη στην προσωπική εργασία των μοναχών, από τα ερείπια αναγεννήθηκε και το ίδιο το Μοναστήρι. Σπάνια μια τόσο μικρή αδελφότητα να ασχολείται με τόσο πολλές και πολύπλευρες δραστηριότητες.
Αλλά η καλύτερη περιγραφή αυτού του βιβλίου αναμφισβήτητα θα ήταν ένα ταξίδι στη Μόσχα, στην ίδια τη Μονή Σρέτενσκι. Μια ζωντανή επαφή με τα πρόσωπα του βιβλίου, αλλά και με τη Ρωσική Ορθοδοξία σήμερα.

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Θανάσης Παπαθανασίου: Φίλοι της Αριστεράς, μην κατεβάζετε τον σκούφο πάνω στα μάτια

Πρώτη δημοσίευση : Δρόμος της Αριστεράς


...Λέω ότι ο νεοφιλευθερισμός ευνοεί την κατασκευή ανυπόστατων ανθρώπων. Αλλά, από ολότελα διαφορετική σκοπιά, μπορεί να ενέχεται σε κάτι τέτοιο και η Αριστερά.Συνήθως νοεί τους μετανάστες απρόσωπα, ισοπεδωτικά και πατερναλιστικά, σαν συμπαγή μάζα ή σαν αγαθούς αγρίους. Αλλά τον συγκεκριμένο, τον ενυπόστατο άνθρωπο τον συνιστούν οι πολλές και ταυτόχρονες ταυτότητές του: ο πολιτισμός του, η τάξη του, η θρησκεία του, το αξιακό του σύστημα...»

Κύριε Παπαθανασίου, σε πρόσφατο κείμενό σας σημειώνατε ότι τα συμφέροντα του άγριου καπιταλισμού και η αστοργία για την έννοια του δημόσιου χώρου άφησαν το μεταναστευτικό ζήτημα να βαλτώσει. Στο ίδιο κείμενο «εγκαλούσατε» την Αριστερά λέγοντας ότι με τη στάση της επί του θέματος, άφησε την πολύτιμη συνηγορία της υπέρ της ανθρωπιάς να ακούγεται αφερέγγυα, διευκολύνοντας έτσι, τη δημοφιλία του μισαλλόδοξου λόγου. Θα ήθελα να αναπτύξετε αυτή σας την άποψη.

Βασικό νεύρο του καπιταλισμού και δη στη νεοφιλελεύθερη αγριάδα του, είναι η εννόηση των πάντων ως οικονομικών αξιών. Ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται πρωτίστως αναλώσιμο. Παρ’ όλο που ο καπιταλισμός συνοδεύει τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, οι οποίες διακηρύσσουν την αξία και τα δικαιώματα του ατόμου, η οικονομίστικη λογική υπερισχύει. Γι’ αυτό, άλλωστε, βλέπουμε σήμερα στην Ευρώπη την πολιτική να σαρώνεται από τη λογιστική. Σε περιόδους ευμάρειας ο καπιταλισμός παράγει τον εγωκεντρικό και άπληστο καταναλωτή, σε περιόδους διασάλευσης της νηνεμίας ευνοεί την αναβίωση του δουλεμπόριου. Ειδικά η άτακτη μετανάστευση υπονοεί ανθρώπους ευτελείς στην αναχώρησή τους και ανυπόστατους στην άφιξή τους.

Απέναντι σ’ αυτά βρίσκονται όσοι αρνούνται την εμπορευματοποίηση των πάντων και πιστεύουν στην ιερότητα του ανθρώπου, η οποία μεταφράζεται σε αλληλεγγύη προς κάθε αναγκαιμένο αδιάκριτα. Έχουμε, ωστόσο, περάσει σε μισοσκόταδους καιρούς που αυτό το πρόταγμα της αλληλεγγύης φέρνει συχνά σε αμηχανία τους υποστηρικτές του. Η πανανθρώπινη ανθρωπιά (κοντολογίς ο άνθρωπος στην αυθεντικότερη μορφή του: σε στάση αγάπης προς τον ολότελα ξένο κι όχι προς τον βιολογικά, πολιτισμικά ή ιδεολογικά συγγενή) έχει ως κύριο επιχείρημα τον πόνο, ή μάλλον το ότι δεν αντέχεται ο πόνος του άλλου και η αδικία. Επιχείρημα ιλιγγιωδώς σημαντικό για την ανθρωπιά, μα πολύ αδύναμο απέναντι σε λογιστικούς ρεαλισμούς. Θεμελιώδες χρέος, λοιπόν, είναι να μην υποσταλεί η σημαία της ανθρωπιάς. Οι μισαλλόδοξες ιδέες μουσκεύουν ήδη τον πλατύ κεντρώο χώρο, τον λεγόμενο χώρο των νοικοκυραίων. Με όρους πολιτικής θεολογίας θα έλεγα ότι έχει ήδη εκκολαφθεί το δαιμονικό, όπως είχαν ονομάσει στη Γερμανία την ανάδυση του ναζισμού οι αντιναζιστές Χριστιανοί. Και μαζί χρειάζεται δουλειά πάνω σε μια σειρά αντιφάσεων, παραλείψεων και εκκρεμοτήτων, ώστε η σημαία να παραπέμπει σε κάτι αληθινό. Για να αντιμετωπίσει τους κακούς λύκους μέσα στην ιστορία, η Κοκκινοσκουφίτσα χρειάζεται να μην κατεβάζει πάνω στα μάτια τον σκούφο για τον οποίον δικαίως καμαρώνει!

Παραδόξως, το δικό της πρόταγμα της ανθρωπιάς το ροκανίζει η Αριστερά, όποτε η ίδια κλείνεται σε οικονομίστικες λογικές. Οι Αριστεροί που ανοίγονται σε διάλογο με ανθρώπους άλλων εννοιολογικών εργαλείων ή διαφορετικής αριστερότητας, είναι ομολογουμένως ευάριθμοι και δεν κατορθώνουν να δώσουν τον τόνο. Αξίζει, λ.χ., να συζητηθεί κατά πόσο η μονοδιάστατη ερμηνεία του ανθρώπου απλώς ως αθροίσματος των κοινωνικών του σχέσεων πτωχεύει το ανθρώπινο φαινόμενο, προωθεί την αποδοχή κοινωνικών αυτοματισμών και μειώνει την ετοιμότητα για εκπλήξεις στην ιστορία.

Είπα ότι ο νεοφιλευθερισμός ευνοεί την κατασκευή ανυπόστατων ανθρώπων. Αλλά, από ολότελα διαφορετική σκοπιά, μπορεί να ενέχεται σε κάτι τέτοιο και η Αριστερά. Συνήθως νοεί τους μετανάστες απρόσωπα, ισοπεδωτικά και πατερναλιστικά, σαν συμπαγή μάζα ή σαν αγαθούς αγρίους. Αλλά τον συγκεκριμένο, τον ενυπόστατο άνθρωπο τον συνιστούν οι πολλές και ταυτόχρονες ταυτότητές του: ο πολιτισμός του, η τάξη του, η θρησκεία του, το αξιακό του σύστημα (αλλιώς κινούμαστε στην πλατωνικότερη μεταφυσική, παθιαζόμενοι όχι με τον ένσαρκο άνθρωπο, αλλά με την ιδέα του ανθρώπου). Αν νομίζεις ότι ξοφλάς ξεπετώντας όλα αυτά απλώς ως «εποικοδομήματα», θα περιέλθεις σε αδυναμία να αναμετρηθείς με τη σημερινότητα: σε αδυναμία να διακρίνεις τις υποκουλτούρες στα σπλάχνα κάθε εθνοτικότητας, σε αδυναμία να αντιληφθείς ότι κάθε πολιτισμός συντίθεται από φωτεινά και σκοτεινά σημεία, ότι ο εθνικισμός και ο φονταμενταλισμός είναι κακά όπου κι αν φυτρώνουν. Κληρονόμοι οι αριστεροί μιας ματιάς ριζικά αντιουσιοκρατικής, στην πλειονότητά τους σκέφτονται με εντυπωσιακά ουσιοκρατικό τρόπο, μιλώντας αφηρημένα για «θρησκεία» και όντας απρόθυμοι να διακρίνουν μεταξύ θεολογιών που παράγουν θεοκρατία και θεολογιών που θεωρούν τη θεοκρατία βλασφημία.

Το μεταναστευτικό συνυφαίνεται με τα σύνθετα ζητήματα του κομμουνιταρισμού, δηλαδή της αξίωσης των θρησκευτικο-πολιτισμικών κοινοτήτων να είναι περίκλειστες και αυτόνομες. Ο ακραιφνής κομμουνιταρισμός δημιουργεί γκέτο όπου δεν φτάνει το φως του δημοσίου χώρου, νοούμενου ως του πολύτιμου φόρουμ όπου όλες οι προτάσεις νοηματοδότησης τους ανθρωπίνου βίου εκτίθενται, αναμετρώνται και λογοδοτούν. Αλλά πώς να δεις έγκαιρα τον κίνδυνο του γκέτο, όταν έχεις μείνει κολλημένος στην πιο αστική αντίληψη, ότι η θρησκεία αφορά τα ιδιωτικά ανήλιαγα (σαν τη σχέση καταναλωτή και σαμπουάν) κι όχι το δημόσιο χώρο; Τα γκέτο δεν είναι κακά απλώς επειδή έχουν κακές συνθήκες υγιεινής, αλλά, πολύ περισσότερο, επειδή υποθάλπουν σκοταδισμό και φονταμενταλισμό. Απερίφραστος ή μασκαρεμένος σε κοινοβουλευτική λαϊκιστική δεξιά, ο εθνικοσοσιαλισμός μιλά κατά της πλουτοκρατίας, υπέρ του λαού, κατά της υποτέλειας. Πώς θα εξηγήσει πειστικά η Αριστερά σε τι διαφέρει ο δικός της αντιπλουτοκρατικός λόγος, η δική της επίκληση του λαού; Μένοντας σε αδούλευτη συνθηματολογία, οι δύο λόγοι θα φαίνονται όλο και πιο συγγενείς και θα σπρώχνονται όλο και περισσότεροι πολίτες στο νεοναζισμό, αφού αυτός φαντάζει αποτελεσματικότερος. Φρονώ ότι εδώ χρειάζεται ιδιαίτερα να ανακριθούν δυο ζητήματα: η βία και η αγάπη. Για τους ναζί είναι αδύνατη η αμφισβήτηση της βίας, ενώ είναι εφικτή για την Αριστερά. Για τους ναζί η αγάπη (η αγάπη η αληθινή, η πανανθρώπινη) είναι κουσούρι. Για την Αριστερά είναι μεδούλι - αν βέβαια δεν εγκλωβιστεί κανείς στο βιολογισμό που τη σνομπάρει ως «υπερεκτιμημένη χημική διαδικασία», όπως έλεγε ο Αλ Πατσίνο στον Δικηγόρο του Διαβόλου.

Η διοικούσα Εκκλησία είναι χρεώστης: οφείλει να σταματήσει να συντηρεί θρησκευτικότητες βάναυσα αντίθετες προς το ευαγγέλιο. Ναζισμός, φασισμός, μισαλλοδοξία αποτελούν τον αντίποδα του Χριστιανισμού και μόνο χύμα μπορεί να λεχθεί αυτό. Οι παπάδες και οι πιστοί που επιμένουν στις ενορίες να φτιάχνουν φαγητό για τους πάντες, Έλληνες και μετανάστες αδιάκριτα, επειδή δέχονται τον Χριστό μέσα στην ιστορία ως ξένο και άστεγο, αποτελούν την ορθόδοξη εκκλησία, σε αντιδιαστολή προς τους θρησκευάμενους που είτε κρυφομισούν τη δημοκρατία είτε διαπρέπουν στα συστημικά παιχνίδια. Αυτό οφείλει παράλληλα να εκφραστεί με λόγο, ως ομολογία και μαρτυρία. Το γενναίο κείμενο του παπα-Δημήτρη Θεοφίλου Σιωπηρή συνενοχή ή αντίδραση στον φασισμό;, ένα διαμάντι που βρίσκεται στο Διαδίκτυο από τις αρχές Ιουλίου και θέτει την ιεραρχία ενώπιον των ευθυνών της, εκφράζει την ψυχή μας. Παρόμοια, το κίνημα της «Χριστιανικής Δημοκρατίας» στις αρχές του Σεπτέμβρη υπέβαλε στην Ιερά Σύνοδο «Αίτημα πνευματικής καταδίκης του Εθνοφυλετισμού-Νεοναζισμού», ενώ ήδη λειτουργεί στο Facebook η «Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού».

Στη συγκυρία αυτή η Αριστερά βρίσκεται ξανά μπροστά σε ένα στοίχημα, και μάλιστα σε ένα στοίχημα που την φέρνει σε θέση αντίστοιχη προς αυτήν της Ιεράς Συνόδου, όσο κι αν αυτή η φράση θα κάνει πολλούς αριστερούς που θεωρούν καθήκον τον αντικληρικαλισμό, να βγουν από τα ρούχα τους! Τη στιγμή που οι «Χρυσαυγίτες» κάνουν το ανουσιούργημα να εμφανίζονται ως δυνάμεις κρούσης ενός μισαλλόδοξου ελληνικού «χριστιανισμού» (αποκρύπτοντας τον διακηρυγμένο παγανισμό τους, τώρα που διεμβολίζουν τους νοικοκυραίους), η μεν Σύνοδος θα είναι ένοχος αποστασίας αν δεν αποκηρύξει ρητά αυτή την «προστασία», η δε Αριστερά θα είναι ένοχη σκοταδισμού αν αναλίσκεται σε συνειρμούς που ταυτίζουν τον Χριστιανισμό με τους βιαστές του! Είναι οδυνηρό, μα, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, οι ένοχοι θα χορεύουν (καθένας με το δικό του μπρίο) στα τύμπανα που κρούει η Χρυσή Αυγή! Όλως αλλιώτικα, όμως, χτυπά η καρδιά του ευαγγελίου, παρόλο που η ηχορύπανση χρόνων πολλών έχει βαλθεί να το επικαλύψει.Θα κατεβάσετε τον σκούφo πάνω στ’ αυτιά, φίλοι;

* O Θανάσης Παπαθανασίου είναι δρ Θεολογίας, αρχισυντάκτης του περιοδικού Σύναξη.

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Ο πολιτισμός της Ορθοδοξίας μπορεί να συμπορευθεί με την εξέγερση.H υπόθεση Pussy Riots


Πρώτη Δημοσίευση:Αυγή 14/10/2012

Ο πολιτισμός της Ορθοδοξίας μπορεί να συμπορευθεί με την εξέγερση

Όταν ο Κύριλλος Γκουντιάγιεφ, παλιός συνάδελφος του Πούτιν στην KGB, ανέβηκε στον θρόνο του πατριάρχη, ο καθεδρικός ναός του Σωτήρος άρχισε να αποκτά σημαίνουσα συμβολική σημασία για το ρωσικό κράτος. Μετατράπηκε σε ένα φανταχτερό σκηνικό για τις επιδιώξεις των δυνάμεων Ασφαλείας, οι οποίες και αποτελούν την κύρια πηγή της εξουσίας στη σημερινή Ρωσία.

Γιατί ο Πούτιν αισθάνεται την ανάγκη να εκμεταλλευθεί την ορθόδοξη θρησκεία και την αισθητική της; Ας θυμηθούμε ότι η Ορθοδοξία συνδέεται στενά με την ακμή της τσαρικής Ρωσίας, όταν η εξουσία δεν πήγαζε από δημοκρατικές εκλογές και την κοινωνία των πολιτών, αλλά από τον Θεό τον ίδιο. Πώς το πέτυχε αυτό ο Πούτιν; Προφανώς, οι αρχές εκμεταλλεύτηκαν ένα δεδομένο της σοβιετικής εποχής, όταν η Ορθοδοξία απέκτησε μια αύρα χαμένης Ιστορίας, μιας θρησκείας που είχε συντριβεί από το ολοκληρωτικό καθεστώς, και ως εκ τούτου συνιστούσε μια αντιπολιτευόμενη κουλτούρα. Οι αρχές αποφάσισαν να οικειοποιηθούν αυτή την ιστορική αίσθηση της απώλειας, προκειμένου να προωθήσουν ένα πολιτικό σχέδιο για την αποκατάσταση των χαμένων πνευματικών αξιών της Ρωσίας, εγχείρημα που ελάχιστη σχέση έχει με τη γνήσια ανησυχία για τη διαφύλαξη της Ιστορίας και του πολιτισμού της ρωσικής Ορθοδοξίας.

Η εφαρμογή αυτού του καλοστημένου πολιτικού σχεδίου απαίτησε μπόλικο επαγγελματικό φωτισμό και εξοπλισμό βιντεοσκόπησης, άφθονο τηλεοπτικό χρόνο για πολύωρες ζωντανές μεταδόσεις και πάμπολλες ηθικοπλαστικές ιστορίες, με τον Πατριάρχη να νουθετεί το ποίμνιο, οδηγώντας το στη σωστή πολιτική επιλογή, σε μια προεκλογική συγκυρία δύσκολη για τον Πούτιν. Επιπλέον, ο τηλεοπτικός βομβαρδισμός πρέπει να είναι διαρκής: οι εικόνες πρέπει να εντυπωθούν στο μυαλό και να ανανεώνονται συνεχώς, δημιουργώντας την αίσθηση ότι πρόκειται για κάτι φυσικό, μόνιμο και υποχρεωτικό.

Το μουσικό μας δρώμενο, στον καθεδρικό του Σωτήρος, με το τραγούδι «Μητέρα του Θεού, διώξε τον Πούτιν», διερρήγνυε αίφνης τη μηντιακή εικόνα, την οποία το κράτος τόσο καιρό φιλοτεχνούσε, αποκαλύπτοντάς την ψευτιά της. Τολμήσαμε, χωρίς την ευλογία του Πατριάρχη, να συνδέσουμε οπτικά την κουλτούρα της Ορθοδοξίας με την κουλτούρα της διαμαρτυρίας. Γιατί πιστεύουμε ότι ο ορθόδοξος πολιτισμός δεν ανήκει μόνο στη Ρωσική Εκκλησία, τον Πατριάρχη και τον Πούτιν, αλλά μπορεί κάλλιστα να συμμαχήσει και να συμπορευθεί με την εξέγερση των πολιτών, με το πνεύμα της διαμαρτυρίας στη Ρωσία.



Κάτια Σαμούτσεβιτς


Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Εθνοπαγανισμός,Ορθοδοξία,Αριστερά




Πρώτη δημοσίευση:LLS

Δημοσιεύθηκε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση του Γ.Καραμπελιά (εδώ) , η οποία αναφέρεται στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής. Η ανάλυση γίνεται από την οπτική της Πατριωτικής Αριστεράς και επισημαίνει πολύ συνοπτικά :
• Η Ελλάδα δεν ανήκει στο πυρήνα των καπιταλιστικών χωρών αλλά έχει ανοικτά ζητήματα εδαφικής ασφάλειας. Επομένως η αριστερά δεν μπορεί να αντιμετωπίζει τα ζητήματα εθνικής υπόστασης με το ίδιο τρόπο που αυτά αναδύονται στην Κεντρική Ευρώπη.
• Εξ αιτίας αυτών των λανθασμένων κατευθύνσεων , η ελληνική αριστερή διανόηση γοητευμένη από την δυτικοευρωπαϊκή αμεριμνησία, και εγκλωβισμένη στα κρατικά δίκτυα εξυπηρέτησης, υποτίμησε την οξύτητα και ιδιαιτερότητες των εθνικών προβλημάτων και άφησε ένα πεδίο ελεύθερο στις φασίζουσες ιδεολογίες.
• Ιδίως στο επίπεδο της λαϊκής αυτοκατανόησης , η αμεριμνησία είχε δραματικές επιπτώσεις. Μια υβριδική ιδεολογία με στοιχεία αρχαιολατρίας, παγανισμού , ουφολογίας αναδύθηκε και ρίζωσε στη λαϊκή συνείδηση, μέσω ενός υποτιμημένου μηχανισμού τηλεπωλήσεων.Στο πρόσφορο έδαφος αυτής της ιδεολογίας, η φασιστική δεξιά αξιοποίησε την αριστερή αβελτηρία και κατάφερε να ενσωματώσει το αυθεντικό αίτημα μιας εθνικής αξιοπρέπειας σε ένα πολιτικό πλαίσιο ναζιστικής βίας.
•Χαρακτηριστικό αυτής της έρπουσας υβριδικής ιδεολογίας είναι η συγχρονισμένη απαξίωση της Ορθοδοξίας , η οποία βάλλεται ταυτόχρονα , για μια μεγάλη περίοδο τόσο ,από τις κοσμικές δυνάμεις της αριστεράς και του αντικληρικαλισμού, όσο και από το φασίζον ακροδεξιό φάσμα.
Η ανάλυση περιέχει μια εσωτερική συνοχή και δίνει μια λογική εξήγηση. Εν ολίγοις προτείνει μια έννοια "κενού" το οποίο καταλαμβάνει η ΧΑ περίπου ως υδραυλικό φαινόμενο. Δεν θα ήθελα να δω την ανάλυση στο σύνολο της,παρότι έχω σημαντικές αντιρρήσεις. Το κύριο πρόβλημα αυτών των αναλύσεων είναι ότι στηρίζονται στην προβληματική έννοια του " εθνομηδενισμού" .Ωστόσο η επισήμανση του ρόλου που έπαιξε η αμφίπλευρη διαμάχη με την τρέχουσα Ορθοδοξία στην άρθρωση του ακροδεξιού πόλου είναι πολύ ενδιαφέρουσα.
Σωστά επισημαίνει ο ΓΚ ότι υπάρχει μια συγχρονισμένη κριτική εναντίον της κρατούσας Ορθοδοξίας η οποία έχει ενδιαφέρουσες προεκτάσεις. Το ζήτημα είναι ότι, ενώ η αριστερά βάλει , ευλόγως , κατά της κρατούσας εκκλησίας , από την οπτική μιας κριτικής της κρατικής υπόστασης της , η φασιστική δεξιά έχει βαθύτερους και ουσιαστικούς λόγους για την επίθεση αυτή. Αυτούς τους άξονες του παγανιστικού φυλετισμού ας δούμε :
Εθνοπαγανισμός και Χριστιανισμός
• Η φασιστική μεταφυσική προσιδιάζει περισσότερο με τις σύγχρονες new age ιδεολογίες που βασίζονται σε μια έννοια διαρκών μετενσαρκώσεων και μεταμορφώσεων χωρίς ένα ρήγμα στον ιστορικό χρόνο. Στο συνεχές αυτού του χρόνου το οποίο χαράσσεται , αλλά δεν ρηγματώνεται, από ιστορικά ‘η άλλοτε από μυστικιστικά γεγονότα. Η έννοια του προαιώνιου αυτόχθονα δεν λειτουργεί μόνο ως ιστορικό ψευδοτεκμήριο ανωτερότητας αλλά κυρίως ως υπόστρωμα ενός ασάλευτου ομοιογενούς χρόνου εντός του οποίου υπάρχει μόνο βιολογική συνέχεια. Οι μεταφυσικές τομές που προϋποθέτουν οι μονοθεϊσμοί με χρονικά σημεία ορόσημα , ενός καταλυτικού πριν - μετά δεν μπορούν να αφομοιωθούν στον εθνοπαγανισμό γιατί αυτός προϋποθέτει ένα συνεχή χρόνο ο οποίος πληρώνεται από αέναες μεταμορφώσεις. (1)
• Υπάρχει μια διαφορά όσον αφορά τη φύση της στράτευσης. Η εθνοπαγανιστική στράτευση λειτουργεί με ένα διαρκές επίδικο τεχνικής απόδειξης. Κατά βάθος εξαρτάται απόλυτα από μια στεγνή επιστημονικοφανή μέθοδο λογικών και πραγματολογικών αποδείξεων οι οποίες υποτίθεται ότι παραμένουν στο περιθώριο εξ' αιτίας πολιτικών επεμβάσεων επί της γνώσης, έστω και διακηρύσσει προφανείς εξωφρενικές θέσεις. Αντιθέτως η θρησκευτική πίστη δομείται ,θεμελιώνεται σε μια μη αποδείξιμη στάση , η οποία αυτοεπιβεβαιώνεται εκ των υστέρων σε ένα εσχατολογικό ορίζοντα.(2)
• Ενώ ο εθνοπαγανισμός παραπέμπει μονίμως στη αρχηγικού φυσιογνωμία ενός ηγέτη με αρχαϊκά δεσποτικά χαρακτηριστικά , η Ορθοδοξία ουσιαστικά προαναγγέλλει το διαχωρισμό των εξουσιών μέσω του δυναμικού σχήματος της τριαδικότητας.(3)

Συγχύσεις στην κριτική προς την Ορθοδοξία
Στην τρέχουσα κριτική για την Ορθοδοξία γίνονται πολλές παρανοήσεις:


Συγχέεται αφ’ ενός μεν η κριτική προς την κρατική έκφραση του εκκλησιαστικού φαινομένου ( σκάνδαλα, πολιτικές προστασίες, οικονομικά εκκλησίας) , αφ' ετέρου με την κριτική για το ατομικό δικαίωμα λατρείας ( πρωτόγονοι τεχνικοί διάλογοι περί αντικειμενικής υπάρξεως θεού) και τελικά αποσιωπάται το ουσιώδες της πολιτικής θεολογίας, δηλαδή της διερεύνησης των βαθύτερων αλληλοσχετίσεων μεταξύ των θεολογικών δογμάτων και των πολιτικών εννοιών. Η κριτική για την αντιδραστική φυσιογνωμία της κρατικής εκκλησίας, η οποία όντως λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί ως υποκατάστατο του παλαιοδεξιού ρεύματος ή η ανάδυση ενός ερωτήματος περί υπάρξεως θεού ,υπό το φώς των τεχνολογικών εξελίξεων , δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τις τρέχουσες αναζητήσεις μιας δραστήριας θεολογίας και μιας ανήσυχης αριστεράς για τις ιστορικές συσχετίσεις πολιτικής και θεολογίας. Δεν είναι καθόλου τυχαία η σωρευμένη γραμματεία που έχει δημιουργηθεί από ριζοσπάστες αριστερούς διανοούμενους που ασχολούνται με την Πολιτική Θεολογία (Benjamin, Badiou, Zizek, Negri, Eagletton ,Agamben,κλπ) (4)
Μεταφυσική εναντίον κρατικής μεταφυσικής

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν η ΧΑ αρδεύεται από μια μεταφυσική ιδιεολογία ,αλλά γιατί η ορθόδοξη μεταφυσική είναι ανήμπορη να λειτουργήσει ως ανάχωμα .Η μεταφυσική της ΧΑ δεν μπορεί να αποδομηθεί επειδή είναι απλά μεταφυσική. Η φασιστική εθνοουφολογία έχει διαβρώσει λαϊκές συνειδήσεις γιατί στον ανταγωνισμό με άλλες μεταφυσικές, κυριαρχεί ως τέτοια. Γιατί άραγε μια μεταφυσική της γυμνής βίας γίνεται κυρίαρχη σε μια κοινωνία που έχει μια ισχυρή θρησκευτική παράδοση και γραμματεία;


Η πρώτη απάντηση είναι ότι ο δομικός κρατισμός της εκκλησίας, την αποξενώνει από τα δρώμενα στις συνειδήσεις. Στο σημείο αυτό οι κλασσικές αντικληρικαληστικές κριτικές έχουν αξία.Η κρατικιστική δομή της κρατούσας Ορθοδοξίας και η λυμφατική έως ανύπαρκτη Πολιτική Θεολογία της, παρά την τεράστια παράδοση , ακύρωσε ουσιαστικά την όποια δυνητική της παρουσία ως παράγοντα αναχαίτισης των φασίζουσων ιδεών.
Όντας η ορθοδοξία η κρατική θρησκεία, γίνεται αυτομάτως διπλός στόχος, τόσο ως μηχανισμός εξουσίας όσο και ως μεταφυσική. Ο εθνοπαγανισμός έχει ένα πλεονέκτημα καθώς μπορεί να παρουσιάζεται ως αντισυστημικός , απέναντι στην θεσμική ορθοδοξία. Εδώ αξίζει να σημειωθεί , ότι ακριβώς ίδια οπτική βλέπουμε στην αντιμετώπιση του Ισλάμ , το οποίο ο εθνοπαγανισμός αντιμετωπίζει κυρίως ως κρατικό μόρφωμα παρά ως μεταφυσική. Το οξύμωρο είναι πως ανάμεσα στους μονοθεϊσμούς ,το Ισλάμ μέσω της αποστροφής του για την συμβολοποίηση και την αντιμετώπιση της φύσης ως οργανική ισορροπημένη θεϊκή κατασκευή είναι εγγύτερο προς μια πολιτική θεολογία παγανισμού.
Επιπροσθέτως ,με την ιστορική απόσυρση της αριστεράς από την κλασσική κομμουνιστική εσχατολογία, και την υποκατάσταση της με ένα νοσταλγικό αναχρονισμό του υπαρκτού ,ο εθνοπαγανισμός παραμένει μόνος στη διατύπωση ενός ψευδοπολιτικού μεσσιανισμού.
Με τον συνήθη απρόσμενο ελιγμό η ιστορία δημιουργεί μια νέα συνάντηση αριστεράς και χριστιανισμού ως αντίπαλοι του ζεύγους φασισμός - new age παγανισμός. Η αριστερή Εσχατολογία αναγκαστικά προσεγγίζει την Χριστιανική Πολιτική Θεολογία και αυτό δημιουργεί σχεδόν μια πλημμυρίδα επεξεργασιών, ενώ ο φασιστικός νεοπαγανισμός φλερτάρει μονίμως με ψευδοινδουστικές δοξασίες των αέναων μεταμορφώσεων. Στην περίπτωση μας η κρατικοποίηση της εκκλησίας , την καθιστά ευάλωτη στις κριτικές αλλά πολύ περισσότερο την καθηλώνει στον ιστορικό χρόνο , εντός του οποίου ο ανταγωνισμός με τον παγανισμό είναι αδύνατος. Εντός του ιστορικού χρόνου η γραμμική συνέχεια, λαών, εθνών φαίνεται φυσιολογική , και η φασίζουσα αφήγηση κερδίζει "από χέρι" .
Μια συμβατική κριτική ορίζει ως ανορθολογισμό τον νεοπαγανισμό, ως εάν στο ανώτερο επίπεδο των ιδεών υπάρχει μια αξιωματική συνεκτική θεωρία εντός της οποίας κρίνονται διάφορα ιδεολογήματα ως " διαψεύσιμα" .Στο επίπεδο των πολιτικών οραμάτων και υποσχέσεων , οι αξιωματικές θεωρίες μοιάζουν με τα μαθηματικά της συνολοθεωρίας όπου τα όρια ανακάλυψης ή επινόησης είναι δυσδιάκριτα , και επομένως τα αξιώματα κατατίθενται εκ των υστέρων για να υποβοηθούν την άρση των παραδόξων. Ο φασιστικός εθνοπαγανισμός είναι ανορθολογικός όσο ακριβώς και η χριστιανική ορθοδοξία και ο ιστορικός κομμουνισμός. Η σύγκρουση και τελικά η όποιας αποτίμηση δεν μπορεί να γίνει με βάση στο επίδικο της "λογικής" , αλλά στο επίδικο της οικουμενικότητας. Μόνο η έννοια της οικουμενικότητας μπορεί να αξιολογήσει όλους τους εσχατολογικούς«ανορθολογισμούς». Και δεν θέλει πολύ ανάλυση για να αποδειχθεί πως η εθνικιστική παγανιστική ουφολογία είναι μερική, αντι-οικουμενική εξ΄ ορισμού.Σταθεροποιείται και αποκτά στοιχειώδη συνοχή ,μόνο με προαπαιτούμενα την αυτοκατανόησης μια ειδικής φυλετικής ή πληθυσμιακής κατηγορίας. Απέναντι σε αυτό τον βάναυσο κατακερματισμό οι ιδέες μιας πολιτικής ή θεολογικής οικουμενικότητας , θα μπορέσουν να επικρατήσουν μόνο αν αναμετρηθούν στο επίπεδο των ιδεών χωρίς την κρατική προστασία. Όταν η πολιτική οικουμενική εσχατολογία ενεπλάκη με το κράτος , τα αποτελέσματα είναι γνωστά, ενώ τα ίδια συμπτώματα παραλυσίας παρουσιάζει η τρέχουσα θεολογική οικουμενικότητα καθώς λιμνάζει στις ροές του προϋπολογισμού.

(1)Πλήρης ανάλυση στο S.Zizek :"The Fragile Absolute or why is the Christian legacy worth fighting for (2000)"
(2) Μια εξαιρετική ανάλυση για την ισοδύναμη φύση της προσωπικής πολιτικής ή θρησκευτικής στράτευσης στο Alain Badiou "Saint Paul. The foundations of Universalism"
(3)Περισσότερα στο G.Agamben : "The Kingdom and the Glory"
(4)Μια πανοραμική ,σχεδόν σε μορφή εγκυκλοπαίδειας,παρουσίαση για τις βαθύτερες σχέσεις Αριστεράς και Θεολογίας και της σχετικής γραμματείας στο έργο του Roland Bοer "Critism of Heaven" και "Critisism of Religion"
Εικόνα:http://www.1st-art-gallery.com/Pal-Merse-Szinyei/Sketch-Of-Paganism-With-The-Figure-Of-Ninon-Szinyei-Merse-1869.html

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

Μια νέα θρησκεία με διακυρηγμένη πολιτική θεολογία : Κοπισμός

πηγή:επίκαιρα (εδώ η σύνδεση)

Κοπισμός: Η νέα θρησκεία - Αναγνωρίστηκε στη Σουηδία
07/01/2012 - 09:26

Κοπισμός: Η νέα θρησκεία

Έστω και με την τρίτη προσπάθεια, η «Εκκλησία του Κοπιμισμού» (Εκκλησία του Αντιγραφισμού, σε ελεύθερη απόδοση) κατάφερε να αναγνωριστεί... ως επίσημη θρησκεία από την κυβέρνηση της Σουηδίας, μιας χώρας όπου το παράνομο κατέβασμα ταινιών και μουσικής είναι διαδεδομένη συνήθεια.
Για τους κοπιμιστές, η πληροφορία είναι ιερή και το copy-paste είναι ένα είδος θρησκευτικού μυστηρίου. Μάλιστα, το CTRL+C και το CTRL-V, οι συντομεύσεις για αντιγραφή και επικόλληση στον υπολογιστή, είναι τα ιερά σύμβολα της παράξενης θρησκείας.
Η Εκκλησία του Κοπιμισμού δεν προωθεί ευθέως την παράνομη ανταλλαγή αρχείων, η οποία θεωρείται πειρατεία, υποστηρίζει όμως την ελεύθερη διάχυση της γνώσης από χρήστη σε χρήστη: «Η πληροφορία έχει αξία, τόσο καθαυτή όσο και όσον αφορά το περιεχόμενό της, και η αξία αυτή πολλαπλασιάζεται με την αντιγραφή» γράφουν οι κοπιμιστές στο δικτυακό τόπο της Εκκλησίας.
Ο Κοπιμισμός αναγνωρίστηκε επίσημα ως θρησκεία λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα από την αρμόδια σουηδική υπηρεσία Kammarkollegiet.
«Χρειάστηκε να καταθέσουμε αίτηση τρεις φορές» παραδέχεται ο Γκούσταβ Νίπε, πρόεδρος της Εκκλησίας.
Ιδρυτής και πνευματικός ηγέτης της θρησκείας είναι ο 19χρονος φοιτητής Φιλοσοφίας Ίζακ Γκέρσον. Όπως λέει ο ίδιος, η επίσημη αναγνώριση του Κοπιμισμού «μας φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στην ημέρα που θα μπορούμε να ζούμε με την πίστη μας χωρίς το φόβο διώξεων».
Η Σουηδία ήταν εξάλλου η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία δημιουργήθηκε επίσημο Κόμμα Πειρατών, το οποίο αργότερα κατάφερε να εξασφαλίσει έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο.

epikaira.gr

Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Αμερικανικές εκλογές και Χριστιανικός Φουνταμενταλισμός

 

Πηγή: politicaltheology.com

Christian Reconstructionism and Election 2012

Posted 24 August 2012 by
Analysts largely agree: Christian Reconstructionism has been growing on the religious right. The older model of the Moral Majority (Christian “influence” in society) has largely given way to the new reconstruction ideas (Christian “dominion” over society). Similarly, the religious right has increasingly identified its interests with the Republican Party, while the GOP has increasingly identified its future with the religious right. It is time to raise two questions: Is there sign of Christian Reconstructionist influence on the upcoming election; and, what should be the response of the ecumenical Christian church? We are not looking for exact wording; we are looking for political echoes of the underlying religious ideas.
Recall, Christian Reconstructionism can be defined by four interconnected ideas:
  1. Christians have a complete system of right knowledge about the universe (or “worldview”), which cultivates epistemological dualism, “us” vs. “them.”
  2. Christians have the right and the role of legislating morality for all people everywhere.
  3. Christianity and western culture are two sides of the same coin.
  4. The ultimate calling of Christians is to dominate the earth.
Let us take each point in turn.
1. Republican Vice-Presidential candidate Paul Ryan has recently accused President Obama of introducing a partisan atmosphere into the body politic. Yet surely that is a classic reversal of cause and effect: First you stonewall all legislative progress; then you blame your opponent for the outcome. You cause the problem; yet you shamelessly blame your opponent for the predictable result. The tactic is based on a mindset that no neutral ground is possible between two competing worldviews. How should the church respond?
To be sure, according to the canonical shape of Scripture, there are many issues upon which Christians are ready to take a stand, yes or no. But the very same Scriptures make it crystal clear that on numerous issues the wise course is flexibility, cooperation, compromise, openness, common ground. In my judgment, the Christian church must reject intransigence as the way of the fool. A new politics of wisdom is surely the biblical alternative.
2. It is clear that the GOP Party Platform will have a provision calling for a constitutional amendment against gay marriage. The rationale is based on “traditional values,” “cultural norms,” or the “foundations of society,” and so forth. Again, how is the church to respond?
According to Scripture, the role of the gospel is precisely not to underwrite “traditional values” or “cultural norms.” The gospel of Jesus Christ overturns all traditional and cultural norms, placing every individual and society in face-to-face encounter with the sovereign command of God. In my judgment, the time has come for the Christian church to confess and affirm the full civil rights of homosexuals without restraint. This is not an issue of conservative vs. liberal theology. By the Christian church here I mean the orthodox, confessing, ecumenical church (Roman Catholic, Eastern Orthodox, and Protestant). The issue at stake is simple: does love for God and neighbor demand denying equal rights for all people, or affirming them? The answer is straightforward.
3. A Romney aide reportedly referred to the special “Anglo-Saxon heritage” shared by the United States and Great Britain, a heritage supposedly lost on President Obama. Romney of course went out of his way to deny the attribution; but his denial focused exclusively upon the issue of Obama’s awareness, not on the underlying issue of an “Anglo-Saxon heritage.” It is important here to remember that Christian Reconstructionism too embraces that “Anglo-Saxon heritage” as the basis for a Christian America; and they likewise blame immigration for undercutting the force of that Christian “Anglo-Saxon” consensus. I highly suspect the GOP platform will contain some sort of “get tough on immigration” policy. How is the church to respond?
As Christians, we are reminded by the Scriptures that we are all immigrants in God’s world; and that special care for the outsider and the immigrant is an essential dimension of our faith: “When an alien resides with you in your land, you shall not oppress the alien. The alien who resides with you shall be to you as the citizen among you; you shall love the alien as yourself, for you were aliens in the land of Egypt (Lev. 19: 33-34). How anti-immigration policy ever came to be identified with the Christian gospel is astounding.
4. It is quite clear that Romney will conduct a campaign of “American Exceptionalism;” how should the church respond?
The advent of a truly global Christianity is a miracle of our time. There are now more Asian Christians than American Christians. There are almost as many Christians in Latin America as there are in Europe and America combined. From a Christian perspective, to speak of love for one’s country, of patriotism, is a profound theme of Christian commitment. However to speak of nationalism, especially in the modern global world inhabited by a global church, is a direct contradiction of the gospel. If America is exceptional—and there is no reason it should not be—it must be in affirming the equal share of the goods of the earth among all nations and peoples.
So, in going into the election season and especially on voting day, I try to remember three things. I try to remember that Jesus did not say: “Whatsoever you do for the middle class, you do unto me.” Of course what he really spoke about was his hidden identity with the least in society. Whose policies will make the most difference for people who cannot speak for themselves? Then I try to remember that God sees people differently than we do. We look at external factors that really don’t matter much in the end, while God looks at the heart. Who shows the most character? And third, I say a very familiar prayer of Reinhold Niebuhr, which still has a lot of wisdom: God, grant me the serenity to accept the things I cannot change, courage to change the things I can, and wisdom to know the difference.
——————————
Paul McGlasson is the author of No! A Theological Response to Christian Reconstructionism and is pastor of First Presbyterian Church in Sullivan, Indiana. He received his MDiv from Yale Divinity School, and his PhD from Yale University in Systematic Theology. He is the author of several books, including God the Redeemer, Canon and Proclamation, and Invitation to Dogmatic Theology. Before entering the parish ministry, McGlasson taught theology for several years in college and seminary.

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Ιεραποστολή: ο βαθμός μηδέν της πολιτικής αντιμαχίας





Μερικές χιλιάδες χρόνια πριν o W.Reich αποκαλύψει το ψυχαναλυτικό υπόβαθρο του φασισμού ο Πλάτωνας στην Πολιτεία είχε καταθέσει πρώτος τον απόλυτο παραλληλισμό μεταξύ προσωπικοτήτων και πολιτευμάτων .Τα πέντε πολιτεύατε αντιστοιχούν σε αντίστοιχες προσωπικότητες (βασιλεία, τιμοκρατία ,ολιγαρχία, δημοκρατία, τυραννία ) ενώ ο Leo Strauss ανέλυσε την εντυπωσιακή αντιστοιχία με τους πέντε μεταλλουργικούς ανθρώπινους τύπους που κατέθεσε η Ησίοδος ( χρυσός ,ασήμι ,χαλκός ,ήρωες, σίδηρος) (1) .Η επισήμανση του Strauss είναι πως ο μοναδικός μη μεταλλουργικός τύπος ανθρώπου ,ο ιερός τύπος των ηρώων, αντιστοιχεί στην Δημοκρατία, ενώ οι μεταλλουργικοί ανθρώπινοι τύποι σε μη δημοκρατικά πολιτεύματα. Ας μη γελιόμαστε η αντιστοιχία ψυχολογίας της κοινωνίας και πολιτικής συνθήκης είναι απόλυτη. Ο μελετητής των ακραίων ιστορικών παραδειγμάτων G.Agamben ανέδειξε πρόσφατα την επικαιρότητα του Iustitium ,της ρωμαϊκής διπλής κατάστασης δημόσιου χαοτικού πένθους και άρσης της νομιμότητας.(2)
Μέσα στην κρίση έχει πυροδοτηθεί ένα κίνημα όπου τα κοινοβουλευτικά κόμματα διοργανώνουν μηχανισμούς αλληλεγγύης. Οι μηχανισμοί αυτοί γίνονται θεμελιακό συστατικό της δράσης τους και τελικά παράγοντες συγκρότησης της φυσιογνωμίας τους. Δεν είναι μυστικό πως η ακροδεξιά έχει κατορθώσει να δημιουργήσει ένα αστικό μύθο περί εμπράγματης αλληλεγγύης. Ο πραγματικός μύθος προκάλεσε μια ανησυχία και σήμερα η αριστερά προχωρά με μια τυπική top down απόφαση στην κατασκευή ενός εκτεταμένου δικτύου αλληλεγγύης.
Η έξαρση της κομματικής αλληλεγγύης αποτελεί μια θετική εξέλιξη καθώς υλοποιεί το στοιχειώδες καθήκον μιας ηθικής στάσης για την συγκρότηση της κοινωνίας. Ταυτόχρονα αποκαλύπτει τις ανεξάντλητες δυνατότητες της αυτενέργειας η οποία μπορεί να υπερβεί σε αποτελεσματικότητα και καινοτομία τις άκαμπτες κρατικές δομές .Σε κάθε ιστορική κρίση οι κοινωνίες κρίθηκαν με τους βαθμούς άδολης συμπαράστασης που ανέπτυξαν.

Το ζήτημα είναι ότι με ένα παράδοξο τρόπο ,ενώ οι δομές αλληλεγγύης δημιουργούν ένα νέο επίπεδο λειτουργίας της κοινωνίας το οποίο τελικά την καταπραΰνει και την εμπλουτίζει ,από μια άλλη πλευρά δημιουργούν νέα υβριδικά ανταγωνιστικά υποκείμενα πολιτικής θεολογίας. Δημιουργείται μια ένταση μεταξύ δομών που παρέχουν αλληλεγγύη η οποία προσιδιάζει στον ανταγωνισμό μεταξύ ιεραποστολών. Η ιεραποστολή έχει την ειλικρίνεια της τελετουργίας: σε βοηθώ όχι για να σε προσηλυτίσω , καθώς η αλληλεγγύη μου είναι θεμελιακά άδολη και πλεονασματική, αλλά για να προσηλυτιστείς από μόνος σου. Ακόμη και στην περίπτωση της ακροδεξιάς η αλληλεγγύη έχει ένα εσωτερικό βαθμό ευρυχωρίας: είναι γενική για όλους τους Έλληνες ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης. Τελικά, λοιπόν, η συνθήκη της κομματικής ιεραποστολής είναι τυπικά διαυγής.

Η πολύπλευρη αλληλεγγύη, λοιπόν, αυξάνει τη σταθερότητα της κοινωνίας αλλά δημιουργεί νέους ιδιόρρυθμους δεσμούς εξάρτησης που επιτείνουν τον κατακερματισμό από μια άλλη οπτική. Τα πιο διαφορετικά υποκείμενα ανεξάρτητα της φύσης και του σκοπού τους , κατασκευάζουν αναπτυγμένους μηχανισμούς αλληλεγγύης που τους εξασφαλίζουν κοινωνική αποδοχή : μαφιόζοι, θρησκευτικές σέκτες,ναρκωσυμμορίες ,ισλαμικά κινήματα ,χριστιανικές αποστολές όλοι δημιουργούν το κοινωνικό τους χώρο. Δημιουργείται ένα νέο πεδίο όπου αναδύεται ο ανταγωνιστικός Homo solidarietatis .Η διαμάχη αναδύεται ως διαμάχη προσηλυτισμού. Δεν υπάρχει αντιμαχία για τα επίδικα της πολιτικής αλλά για τους ποσοτικούς δείκτες μιας φαινόμενης άδολης αλληλεγγύης η οποία λειτουργεί ως βαθμός μηδέν της πολιτικής. Στο επίπεδο αυτό η σχέση πολιτικής αλληλεγγύης αντιστρέφεται: επειδή οποιαδήποτε συλλογική αλληλεγγύη είναι πολιτική δηλαδή θεμελιακά διχοτομική , πολωτική, η αλληλεγγύη διογκώνεται μέσω της αναίρεσης της ουσίας της ως καθολικής , συνεκτικής. : η πολιτική θεολογία στην απόλυτη έκφραση της.

Αν σκεφτούμε με μαθηματικούς όρους η μπαντιουική συνολοθεωρία (3) είναι χρήσιμη.Η κοινωνία έχει διπλές σχέσεις συνόλου προς υποσύνολα και συνόλου προς στοιχεία .Οι κρατικές λειτουργίες καθηλώνουν μονίμως τα άτομα στις σχέσεις συνόλου προς στοιχεία .Αυτές οι σχέσεις έχουν μαθηματική απεικόνιση ως σχέσεις ανήκειν. Αντιθέτως οι κοινωνικοί δεσμοί , οι συλλογικότητες απεικονίζονται ως σχέσεις συνόλου υποσυνόλων , σχέσεις συμπεριλαμβάνεσθαι. Οι κοινωνικοί δεσμοί είναι πολλαπλοί , δαιδαλώδεις , απείρως πολλαπλάσιοι των σχέσεων ατόμων. Η αλληλεγγύη λειτουργεί ακριβώς στο επίπεδο των σχέσεων κράτους ατόμου ( ανήκειν) γιατί τόσο ο πάροχος της αλληλεγγύης καταστατικά δεν μπορεί να συμπλεχθεί με άλλους πάροχους , αλλά γιατί ο δέκτης της αλληλεγγύης είναι θεμελιακά μόνος. Οι μηχανισμοί εθελοντικής αλληλεγγύης λειτουργούν ακριβώς όπως οι κρατικές δομές ανακούφισης: ο δέκτης είναι ένα στοιχείο ενός συνόλου. Τόσο το υποσύνολο των παρόχων αλληλεγγύης είναι αδύνατο γιατί οι ίδιοι είναι καταστατικά πολωμένοι, όσο και οι δέκτες της αλληλεγγύης είναι πραγματικά άτομα. Η αλληλεγγύη έχει μορφολογικά χαρακτηριστικά κρατικής δομής και επομένως καθηλώνει τους δέκτες πχ το σωματείο δεκτών αλληλεγγύης από την εκκλησία είναι αδύνατο να συγκροτηθεί και να διεκδικήσει τα δικαιώματα του.
Ωστόσο ας ξαναγυρίσουμε στην Πλατωνική συσχέτιση πολιτεύματος προσωπικότητας. Μήπως η συγκυρία τελικά εδράζεται στον Homo Solidarietatis , μήπως τον έχει ως προϋπόθεση στοιχειώδους λειτουργίας; Μήπως ο πληθωρισμός ιεραποστολών φτάνει την πολιτική στο όριο της; Η κρίση δημιουργεί ανάγκες αλληλεγγύης , τις οποίες καλύπτουν οι «Homο Solidarietatis» . Στο ίδιο ιστολόγιο γράφαμε πριν μερικά χρόνια : οι τυπικές οργανώσεις συγκροτημένης πολιτικής θεολογίας είναι το μέλλον (4).Η κρίση επιτάχυνε το μέλλον και δεν είναι τυχαία πως και αλλού έγκαιρα επεσήμαναν το φαινόμενο (5).

(1) πηγή εδώ
(2)πηγή εδώ
(3) πηγή εδώ
(4)πηγή εδώ
(5)πηγή εδώ

Στο ίδιο κλίμα: Zombies και υγειής ατομισμός (LLS)

Εικόνα:http://liquidnight.tumblr.com/post/259845034/luis-scafati-illustration-from-his-own-edition-of

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Ένα σχόλιο για τη θέση του θεολογικού λόγου στον δημόσιο χώρο, με αφετηρία την προσέγγιση του Τέρρυ Ήγκλετον

Της Ντένιας Αθανασοπούλου-Κυπρίου

Πηγή: Ενθέματα Αυγή

«Οι αριστεροί χριστιανοί έχουν προφανώς μεγάλη ανάγκη από γραφεία γνωριμιών», γράφει αυτοσαρκαστικά στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Λογική, πίστη και επανάσταση: Στοχασμοί γύρω από την περί Θεού διαμάχη ο Τέρρυ Ήγκλετον, προκειμένου να εκφράσει τη δυσκολία μιας μέσης λύσης μεταξύ μιας φανατικά αντι-θρησκευτικής κοσμικής Αριστεράς και μιας φονταμενταλιστικής θρησκευτικής Δεξιάς. Το εγχείρημα του Βρετανού κριτικού φαίνεται δύσκολο. Στην προσπάθειά του να ισορροπήσει την κριτική του τόσο προς τους θεϊστές όσο και προς τους αθεϊστές φονταμενταλιστές, μπορεί στο τέλος να χάσει φίλους και συναδέλφους.

Για ποιον λόγο άραγε διακινδυνεύει τις φιλίες του, προκειμένου να στοχαστεί γύρω από την περί Θεού διαμάχη, που διεξάγεται τα τελευταία χρόνια μετά την έκδοση των πολεμικά αθεϊστικών και ιδιαίτερα ευπώλητων βιβλίων του Ντίτσκινς (όνομα με το οποίο ο Ήγκλετον αναφέρεται σε όλους εκείνους που, κατά τη γνώμη του, έγραψαν αθεϊστικά φονταμενταλιστικά βιβλία, όπως ο Κρίστοφερ Χίτσενς και ο Ρίτσαρντ Ντώκινς); Ο Ήγκλετον δεν αναλαμβάνει μια απολογία της θρησκευτικής πίστης ή μια υπεράσπιση της ιδέας της ύπαρξης ενός Θεού. Αναθρεμμένος ως κοινός Ρωμαιοκαθολικός και προερχόμενος από την εργατική τάξη της Αγγλίας, εγκατέλειψε την πίστη του όταν μπήκε στο Πανεπιστήμιο, αναζητώντας, όπως νόμιζε, κάτι πιο συναφές με την πραγματικότητα και λιγότερο ανόητο από ό,τι είχε διδαχθεί περί Θεού στο σχολείο. Ωστόσο, εξομολογείται ότι η Δεύτερη Σύνοδος του Βατικανού (1962-1965), με την κοινωνική διδασκαλία της μαζί με μια νέα εκδοχή του Ευαγγελίου που αναδείκνυε το ανθρώπινο και πολιτικό βάρος του χριστιανισμού, τον έκαναν να αναθεωρήσει τις απόψεις του. Διέκρινε ότι απέρριπτε τον χριστιανισμό, έχοντας στο μυαλό μια ειδωλολατρική αντίληψη του Θεού. Και η κριτική που ασκούν στη θρησκεία οι διάφοροι Ντίτσκινς γίνεται με βάση μια ειδωλολατρική περί Θεού αντίληψη, θεολογικά ξεπερασμένη αλλά και βιβλικά αστήρικτη. Ο συγγραφέας εισέρχεται λοιπόν σε μια συζήτηση για να δείξει πως ο χριστιανισμός, και ακόμα περισσότερο η θεολογική σκέψη, δεν είναι αυτό που παρουσιάζουν οι Ντίτσκινς.

Ιδιαίτερα σημαντικό θεωρώ ότι ο Ήγκλετον αναδεικνύει την πολιτική διάσταση του Ευαγγελίου και της πίστης, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τις πολιτικές διαστάσεις της αθεΐας των σύγχρονων αθεϊστών φονταμενταλιστών. Κατανοώντας τη θεολογία με όρους απελευθέρωσης, ερμηνεύει με τρόπο ανατρεπτικό και απελευθερωτικό τις βιβλικές αφηγήσεις, τονίζοντας ότι ο ίδιος ο Ιησούς παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος των περιττωμάτων της Γης. Με το μαρξιστικό του ένστικτο, ο Ήγκλετον διακρίνει τον λόγο περί δικαιοσύνης και αδελφοσύνης των Ευαγγελίων και αναγνωρίζει τη σημασία του σε έναν χρεωκοπημένο, μεταφορικά και κυριολεκτικά πλέον, κόσμο. Η ηθική την οποία κηρύσσει ο Ιησούς αποτελεί πρόκληση για την αστική ηθική του Ντίτσκινς: «Συγχώρεσε τους εχθρούς σου, χάρισε το μανδύα αλλά και το χιτώνα σου, γύρισε και το άλλο μάγουλο, αγάπα αυτούς που σε προσβάλλουν, κάνε το καλύτερο που μπορείς, μη σκέφτεσαι καθόλου το αύριο».
Τι νόημα έχουν όλα αυτά σε ένα καπιταλιστικό περιβάλλον; Τι νόημα έχουν στο πλαίσιο ιμπεριαλιστικών πολιτικών οι προτροπές για πραότητα και ειρήνη που βρίσκουμε στους Μακαρισμούς; Μήπως θα έπρεπε ο Ντίτσκινς να εισηγηθεί την απαγόρευση αυτής της ύπουλης προπαγάνδας υπέρ της ειρήνης και των φτωχών; Ο Ιησούς δεν φέρνει ούτε κατά διάνοια σε φιλελεύθερο: άστεγος, χωρίς υπάρχοντα, ταγμένος εργένης, φίλος των αποβλήτων, αποστρεφόμενος τα υλικά αποκτήματα, αμελής όσον αφορά τους κανόνες αγνότητας, επικριτής της παραδοσιακής αυθεντίας, αγκάθι στο πλευρό του κατεστημένου, μάστιγα για όσους επένδυαν στον πλούτο: «Δεν θα γινόταν καλό μέλος επιτροπής. Ούτε θα τα πήγαινε καλά στη Γουόλ Στριτ, όπως δεν τα πήγε καλά με τα γραφεία συναλλάγματος στο ναό της Ιερουσαλήμ».

Σε όλο το βιβλίο διακρίνουμε την καχυποψία του συγγραφέα απέναντι στις πολιτικές προθέσεις που κρύβονται πίσω από τη λυσσαλέα προσπάθεια των σύγχρονων αθεϊστών να εξοβελίσουν από τη δημόσια σφαίρα τη θρησκεία. Ο Ήγκλετον αναγνωρίζει βέβαια τα κακά που προέρχονται από τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, αναρωτιέται όμως γιατί οι αθεϊστές τύπου Ντίτσκινς δεν ασκούν ανάλογη κριτική στις καταστροφικές συνέπειες της αμερικανικής επέμβασης στο Αφγανιστάν. Αναρωτιέται, επίσης, γιατί δεν αναγνωρίζουν τη βρομερή ιστορία της αποικιοκρατίας, τη δυστυχία που προκαλεί ο ρατσισμός και ο σεξισμός, η παραγωγή και αναπαραγωγή της φτώχειας και της πείνας. Ο Ντίτσκινς υποστηρίζει το πολιτικό κατεστημένο, αφού η εκστρατεία του δεν συνοδεύεται από μιαν εξίσου απερίφραστη κριτική του παγκόσμιου καπιταλισμού, συστήματος που γεννά μεγάλο μέρος του άγχους και του αισθήματος ταπείνωσης, από τα οποία τρέφεται ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός. Βασικά, αυτό που ενοχλεί τους αθεϊστές υποστηρικτές του κατεστημένου στην «πίστη» είναι η δέσμευσή της στην ιδέα ότι η Ιστορία έχει τη δυνατότητα να μεταμορφωθεί από τους ανθρώπους. Ορισμένοι φαίνεται ότι πολεμούν την πίστη, τη διακρίνουν απόλυτα από τη λογική και την ταυτίζουν με τις ανορθολογικές πεποιθήσεις. Ακόμα και έτσι, όμως, δεν θα έπρεπε να ελέγχουν και το περιεχόμενο των πεποιθήσεων, να δουν κατά πόσο είναι επιβλαβές; Πόσο επιβλαβής είναι η πίστη στο ευαγγέλιο της αγάπης;

Ο Ήγκλετον προτείνει να μη λαμβάνουμε την πίστη ως μέγεθος εκ διαμέτρου αντίθετο με τη λογική, αλλά να προσβλέπουμε σε μια έλλογη πίστη και μια λογική θεμελιωμένη σε κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της. Για τον Ήγκλετον, με μια έλλογη πίστη, με μια αγαπητική δέσμευση σε ένα ευαγγέλιο δικαιοσύνης, ειρήνης και αδελφοσύνης, η ανθρωπότητα θα θεωρούσε τον εαυτό της διαχειριστή, και όχι κυρίαρχο, της φύσης: «Ο πόλεμος θα υποκλινόταν μπροστά στη ειρήνη. Η συγχώρεση θα σήμαινε, μεταξύ άλλων πραγμάτων, το χάρισμα των αβάσταχτων χρεών που καθηλώνουν τα φτωχά έθνη».

Στο βιβλίο διακρίνουμε τις απελευθερωτικές δυνατότητες της θεολογικής σκέψης, του θεολογικού λόγου και των βιβλικών αφηγήσεων. Για την αριστερή συνείδηση του ΄Ηγκλετον, η μελέτη της Βίβλου δεν είναι χαμένος χρόνος. Η θεολογία επαναφέρει πολιτικές αξίες στο προσκήνιο, θέτοντας ζητήματα για το πεπρωμένο της ίδιας της ανθρωπότητας, σε σχέση όχι με τον εαυτό της (και άρα με το είδωλό της), αλλά με αυτό που η θεολογία θεωρεί την υπερβατική (την όντως διαφορετική) πηγή της ανθρώπινης ζωής. Αντίθετα, η εμμονή ορισμένων στην παραμονή του θεολογικού λόγου στην ιδιωτική σφαίρα καλλιεργεί την υποταγή στους νόμους της αγοράς, ενισχύει το καπιταλιστικό σύστημα, περιθωριοποιεί τις πολιτικές αξίες, μειώνει εν τέλει την ανθρώπινη ευθύνη, μας αποδεσμεύει από την προσπάθεια να επιφέρουμε κάποια μεταβολή στην τρομακτική θέση στην οποία βρίσκεται η ανθρωπότητα.
Η ουσιαστική διαφορά του θεολογικού λόγου είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει τον κόσμο. Η θεολογία δέχεται τον κόσμο και τη ζωή ως δώρο, μια δημιουργία από το τίποτα, μια μαρτυρία της ελευθερίας του Θεού· αναγνωρίζει ότι ο άνθρωπος δεν είναι αίτιος του εαυτού του, και έτσι έχει επίγνωση της ευθραυστότητας και της θνητότητάς του. Στο πλαίσιο του θεολογικού λόγου, αναγνωρίζεται η θνητότητα όχι για να μετατραπεί ο θάνατος σε φετίχ αλλά για να μπορούμε ως άνθρωποι να βιώσουμε το πλήρωμα της ζωής μας.
Ο Ήγκλετον εισηγείται έναν τραγικό ανθρωπισμό, διακριτό από το φιλελεύθερο ανθρωπισμό του Ντίτσκινς. Ο τραγικός ανθρωπισμός συμμερίζεται το όραμα του φιλελεύθερου ανθρωπισμού για την ελεύθερη και ευτυχή ανάπτυξη της ανθρωπότητας· ωστόσο –είτε στη σοσιαλιστική είτε στη χριστιανική είτε στην ψυχαναλυτική παραλλαγή του– υποστηρίζει ότι μόνο μέσα από μια διαδικασία αυτοαλλοτρίωσης, με την έννοια της αποφασιστικής αντιμετώπισης του χειρότερου εαυτού μας, και μιας εν συνεχεία ριζικής αναδημιουργίας, μπορεί η ανθρωπότητα να φτάσει στην αυτοπραγμάτωση. Δεν υπάρχουν, για τον Ήγκλετον, εγγυήσεις ότι θα γεννηθεί ένα τέτοιο μεταμορφωμένο μέλλον· θα μπορούσε όμως να έρθει λίγο νωρίτερα, αν δεν εξακολουθούσαμε να βάζουμε εμπόδια με τον δογματισμό, τον εγωισμό και τις όποιες φοβίες μας.
Η Ντένια Αθανασοπούλου-Κυπρίου είναι δρ φιλοσοφίας της θρησκείας, διδάσκουσα στο Ελεύθερο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή το βιβλίο του Terry Eagleton, «Λογική, πίστη και επανάσταση: Στοχασμοί γύρω από την περί Θεού διαμάχη», μετ. Πέτρος Γεωργίου (Πατάκης 2011). Μια εκτενέστερη εκδοχή θα δημοσιευθεί στο προσεχές τεύχος (123) του περ. «Σύναξη».

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

A.Negri: Η σχέση χειραφέτησης και εσχατολογικής σωτηρίας

Στο Red Note Book δημοσιεύθηκε συνέντευξη του A.Negri. Σε μια ενδιαφέρουσα παράγραφο ο ΑΝ διατυπώνει μια ενδιαφέρουσα αναφορά πολιτικής θεολογίας.Οπως είναι γνωστό ο Negri έχει δημοσιεύσει ένα σχεδόν εκκεντρικό έργο για τη σχέση του Βιβλικού Μύθου του Ιωβ με την εργασιακή θεωρία της αξίας (ΕΔΩ), ενώ υπάρχουν πλήθος αναφορές του σε παρόμοια θεματολογία

Η συνέντευξη ακολουθεί:

Ο εκβιασμός των αγορών
Συνέντευξη με τον Τόνι Νέγκρι

Στο Commonwealth, το τρίτο βιβλίο μιας σειράς που άρχισε με την Αυτοκρατορία, ο Μάικλ Χαρτ και ο Τόνι Νέγκρι αναλύουν πώς η εξουσία του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστικού κεφαλαίου επανακαθορίζει τις έννοιες της κυριαρχίας και της δημοκρατίας. Μια πρόγευση του βιβλίου δίνει ο Νέγκρι στη συνέντευξη στον Πάμπλο Ε. Τσακόν και το περιοδικό Ñ, που αναδημοσιεύουμε σήμερα στο Red Notebook.

***

Ο Τόνι Νέγκρι με τον αμερικανό συνάδερφό του Μάικλ Χαρτ εξέδωσαν ήδη τον τελευταίο τόμο της τριλογίας, που άρχισε με την Αυτοκρατορία και συνεχίστηκε με το Πλήθος. Πρόκειται για το Commonwealth. Το πλάνο μιας επανάστασης των κοινών, που εκδόθηκε πρόσφατα στην Ισπανία. Σε αυτή την αποκλειστική συνέντευξη στο Ñ, ο Ιταλός στοχαστής αναφέρεται στις συνθήκες της γνωστικής παραγωγής, στη χειραφέτηση σ’ έναν κόσμο που έχει απαχθεί από το κεφάλαιο και στις κυρίαρχες μορφές του ανθρώπου στο σύγχρονο σύμπαν.

Στην Αργεντινή, κατά την τελευταία σας επίσκεψη, αναφερθήκατε στη χειραφέτηση. Τι σημαίνει αυτή η λέξη στα διεθνή συμφραζόμενα;

Καταρχάς, δόθηκε ένας πρώτος ορισμός της χειραφέτησης, που συνδέεται με μια αντίληψη ατομικιστική και οικουμενική. Οι απαρχές του ορισμού έχουν τις ρίζες τους στους Ιλλουμινιστές, μόνο που πολλές φορές η εξέλιξη αυτού του ιλλουμινισμού συναντιόταν με μια εσχατολογία που είναι χαρακτηριστική της καθολικότητάς του.

Πώς εξηγείται αυτό;

Είναι που η χειραφέτηση εμπλέκεται και με μια βασική θρησκευτική έννοια, την έννοια της σωτηρίας. Ο δεσμός ανάμεσα στη χειραφέτηση και τη σωτηρία είναι στενός. Τότε λοιπόν, παρόλο που τη βρίσκουμε στις σύγχρονες φιλοσοφίες σα νοσταλγία, η έννοια έχει να κάνει με μια σχέση κοινωνική, σε μεγάλο βαθμό εξαντλημένη. Προτιμώ να μη χρησιμοποιήσω τον όρο «ξεπερασμένη», γιατί ποτέ δεν ξέρεις όταν κάτι ξεπερνιέται προς τα πού πάει. Λέω λοιπόν εξαντλημένη. Η χειραφέτηση είναι μια ιδέα που συνδέεται με την επικράτηση ατομικών μορφών παραγωγής, σ’ έναν ορίζοντα καπιταλιστικής οργάνωσης, όταν ακόμη δεν είχαν εμπλακεί όλοι οι κοινωνικές ομάδες. Έτσι, η πρώτη ιδέα χειραφέτησης είναι ατομικιστική και οικουμενική, και, αφηρημένα, συνδέεται με την εξέλιξη της ιστορικής παραγωγής και εμφανίζεται σαν ουτοπία, με σημεία εσχατολογικά.
Τώρα είναι διαφορετικό.

Ναι, η εξέλιξη του καπιταλισμού εμπλέκει την κοινωνία ολόκληρη, σ’ όλα τα επίπεδα. Η υπαγωγή της κοινωνίας στο κεφάλαιο δεν είναι τυπική, είναι ουσιαστική. Δηλαδή, όλες οι αξίες που παράγει η κοινωνία μεταφράζονται σε αξίες συναλλαγής. Εισάγονται υπό την κατηγορία του νομίσματος. Λειτουργούν μέσα από χρηματιστικές διόδους. Κι αυτές οι δίοδοι προκαλούν μια σειρά μετασχηματισμούς, που συμπεριλαμβάνουν την τεχνική και πολιτική σύνθεση του συνόλου των υποκειμένων. Πρόκειται για μια ριζική μεταβολή, που σχετίζεται με την εργασία και την πολιτική. Και με τον τρόπο ζωής, τον τρόπο με τον οποίο τα υποκείμενα καθοδηγούν τη ζωή τους. Η διαμόρφωση της εργασίας άλλαξε, γιατί η γνωστική εργασία μετατράπηκε σε ηγεμονική μέσα στο σύστημα παραγωγής. Η πολιτική διαμόρφωση αλλάζει, γιατί δεν έχουμε να κάνουμε ακριβώς με μάζες, αλλά με ένα πλήθος μοναδικότητες που συνδέονται συνεκτικά με την παραγωγική και αναπαραγωγική πίεση της κοινωνικής ζωής.

Είναι, όμως, μια μεταβατική εποχή;

Ναι, αλλά η αναβίωση της συνεργασίας, που τεχνικά ισχύει σήμερα, θα μπορούσε να ισχύει επίσης και πολιτικά. Ζούμε μια μεταβατική κατάσταση, στην οποία αυτή η κοινή διαδικασία εξέλιξης, όσον αφορά το πρόβλημα της παραγωγικής πραγματικότητας, δεν αρθρώνεται ακόμη με μια κοινή διαδικασία εξέλιξης όσον αφορά την πολιτική πραγματικότητα, τη ζωή σε αυτό που νοείται ως «πόλις». Σ΄ ένα εργασιακό σύμπαν του οποίου οι συνδέσεις δεν είναι τοπικές, αλλά εκτείνονται σε όλη την κοινωνία, αντιστοιχεί ένας κάπως διευρυμένος χώρος στην παραγωγή, η χρηματιστικοποίηση, βάσει της οποίας υπολογίζεται και μετριέται η γνωστική εργασία. Δεν υπάρχει άλλου είδους μέτρο για τη γνωστική εργασία, που να μην περνάει μέσα από χρηματιστικά εργαλεία. Οι παλιές κατηγορίες βάσει των οποίων μετριόταν η εργασία (χωρικές δομές, όπως το εργοστάσιο, ή χρονικές δομές, όπως η εργάσιμη μέρα), τροποποιούνται. Συμβατικά γίνεται λόγος για «χρηματοοικονομικά του χρόνου».

Γι’ αυτή την αλλαγή μιλάτε στο τελευταίο βιβλίο σας;

Ναι, μεταξύ άλλων. Μπορεί να πει κανείς ότι λαμβάνοντας υπόψη ό,τι έχει καθοριστεί και λειτουργεί στο νέο κόσμο της εργασίας, είναι δυνατόν να εκτυλιχθεί μια πρώτη υπόθεση για τη χειραφέτηση. Γιατί ως τέτοια, έχει κι αυτή υπαχθεί στο κεφάλαιο. Το πρόβλημα της χειραφέτησης δεν εμφανίζεται σαν ένα πρόβλημα «ιδεατό», παρά σαν πρόβλημα πρακτικό που αφορά το πέρασμα από τα ισχύοντα σήμερα κοινά, στα κοινά της τεχνολογικής μορφής, στα εικονικά κοινά των πολιτικών μορφών.

Θα μπορούσατε να επεκταθείτε σε αυτό το σημείο;

Σήμερα, οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν εξελιχθεί περισσότερο από τις παραγωγικές σχέσεις. Αυτό επαληθεύεται καθημερινά. Είναι πρόβλημα εκπαίδευσης και κόστους.

Η κρίση εμφανίζεται σαν μια ανικανότητα των παραγωγικών σχέσεων (κρατικών, χρηματιστηριακών, παγκόσμιων) να συγκρατήσουν τη νέα συλλογική παραγωγικότητα. Ο κόσμος των αναγκών, των επιθυμιών των εργαζομένων, αποτελεί τη γνωστική διάσταση. Και τα χρηματοοικονομικά, οι μορφές τους, ο παλαιός συνασπισμός στήριξής τους, επιμένουν στη δυνατότητα μετατροπής του κέρδους σε εισόδημα. Και σ’ αυτό το σημείο είναι που παράγεται η κρίση, από την καθυστέρηση της ικανότητας του κεφαλαίου να οργανώσει τον παραγόμενο πλούτο.

Ακόμη δεν έχει γίνει σαφές …

Κοιτάξτε, αν γίνεται αποδεκτή η ύπαρξη μιας ανισορροπίας μεταξύ παραγωγής και πολιτικών μορφών (η καθυστέρηση των πολιτικών μορφών και η υπαγωγή τους σε οικονομικές μορφές), μπορεί να αποδοθεί μια έννοια βιοπολιτική σ’ αυτό που έλεγα, λαμβάνοντας υπόψη, για παράδειγμα, τη συμβολή του Μισέλ Φουκώ στις πολιτικές επιστήμες. Η έννοια της βιοεξουσίας ως νέας αναπαράστασης της εθνικής κυριαρχίας τοποθετείται δίπλα στα βιοπολιτικά συμφραζόμενα, που οφείλουμε να τα θεωρήσουμε σε ισχύ. Η πολιτική ζωή αντιμέτωπη με τη βιοεξουσία είναι η δύναμη που θα μπορούσε να αναπτυχθεί απέναντι σ’ αυτή την ανισορροπία.

Με άλλα λόγια…


Με άλλα λόγια, η περιγραφή αυτή δείχνει στο σύνολό της τη δύναμη του κοινωνικού ιστού και την ασυμμετρία που εμφανίζει απέναντι στην κεφαλαιοκρατική βιοεξουσία. Όταν μιλάμε για χειραφέτηση, είναι σωστό να εχουμε στο νου μας αυτή την ασυμμετρία. Η χειραφέτηση προτάθηκε σαν ένα πρόβλημα που όφειλε να επιλυθεί νομικά, μέσα από το σύνταγμα, αλλά στη φάση που διανύουμε, καλό είναι να ξεκαθαριστεί ότι «το ένα χωρίζεται στα δύο», σύμφωνα με το παλιό μαοϊκό σλόγκαν. Δεν το λέω με όρους αναπόλησης, αλλά όντως το ένα χωρίστηκε στα δυο, γιατί η έννοια της εξουσίας και η έννοια του κεφαλαίου ήταν πάντα δύο. Το κεφάλαιο δεν θα υπήρχε σαν τάξη, σαν στρατηγείο, αν δεν δεν ήταν ενεργή η δύναμη της εργασίας, αν η εργασία δεν εμφανιζόταν σαν ζωντανή εργασία. Όταν λέω ότι «το ένα χωρίζεται στα δύο», δεν εννοώ ότι η ρήξη αυτής της σχέσης γίνεται με απόλυτο τρόπο. Όμως, για να υπάρξει αυτή η σχέση, η υπακοή η οφειλόμενη στο Κράτος ή η οφειλόμενη στο κεφάλαιο αναλογία της ζωντανής εργασίας βρίσκονται σήμερα σε σφοδρή ανισορροπία.

Πώς μετριέται αυτή η σχέση;

Νομικά. Γιατί το Δίκαιο μετατρέπεται επίσης σε μέτρο, σε ένα μηχανισμό που διαμορφώνει τη σχέση ανάμεσα στο Κράτος και τους πολίτες, ανάμεσα στο κεφάλαιο και τη ζωντανή εργασία. Αυτό που γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο είναι ότι η πολιτική, αντίθετα με ό,τι συνέβη σε άλλες εποχές, μετά τη μεγάλη κρίση του ’30 για παράδειγμα, σήμερα δεν καταφέρνει να επεξεργαστεί μια συντακτική πρόταση, που να μπορεί να σταθεί στο επίπεδο της ιστορίας των συνταγματικών κινημάτων. Ο ίδιος ο ορισμός του συντάγματος ήταν πάντα μια ιστορία μεσολαβήσεων που χτίζονταν γύρω από εμπορικές σχέσεις συναλλαγής. Αυτό συνέβαινε στην περίπτωση των παλιών φιλελεύθερων συνταγμάτων, αλλά και ύστερα, γύρω από τη διαλεκτική κεφάλαιο-εργασία, στην περίπτωση των δημοκρατικών συνταγμάτων.

Και σήμερα;

Σήμερα, αν αυτή η μεταβολή για την οποία μιλάμε συνέβη –ή συμβαίνει τώρα–, πραγματικά γίνεται δύσκολο να φανταστεί κανείς ποια μεσολάβηση μπορεί να στηθεί γύρω απ’ τις διαδικασίες χρηματιστικοποίησης, που ζουν στην καρδιά του σύγχρονου καπιταλισμού. Κι είναι δύσκολο να επανακαθορίσει κανείς κατηγορίες όπως δημοκρατία, εθνική κυριαρχία, αντιπροσώπευση, μισθός, ιδεολογία. Πώς μπορεί να νοηματοδοτηθούν ξανά αυτές οι σχέσεις, πέρα από τη γνώση ότι οι παγκοσμιοποιημένες χρηματιστικές αγορές κατέχουν εξέχουσα θέση στην αυτόνομη παραγωγή, την πολιτικότητα και τη νομιμότητα; Η τάξη που επιβάλλεται από το χρηματιστικό κεφάλαιο τείνει να παρακάμπτει τις θεσμικές μεσολαβήσεις των σύγχρονων δημοκρατιών και βασίζεται στον εκβιασμό, για το λόγο και μόνο ότι οι εγγυήσεις, σε τελευταία ανάλυση, της απόλαυσης των ουσιωδών δικαιωμάτων, για στέγη, υγεία, αναπαραγωγή της ζωής, αλλά και αυτοί ακόμη οι μισθοί, εξαρτώνται, με τρόπο μη αναστρέψιμο, απ’ τις δυναμικές και τις συνεχείς αναταράξεις της αγοράς.

Τότε, γιατί να θέσει κανείς τη χειραφέτηση, εφόσον αυτή ορίζεται σαν ένα σχέδιο συντακτικής διαδικασίας;

Ζούμε σήμερα καταστάσεις στις οποίες το ζήτημα της συντακτικής διαδικασίας τίθεται με πολύ συγκεκριμένους όρους. Στη Λατινική Αμερική, κυρίως τη δεκαετία του ’90, αλλά και τώρα, σήμερα, στη σχέση μεταξύ Κράτους και κινημάτων φανερώθηκε η διαμόρφωση μιας δυναμικής συντακτικής διαδικασίας. Αλλά όλα συμβαίνουν σε μια κατάσταση στην οποία δεν γίνεται κατανοητό ποιο είναι το συμπέρασμα. Είναι δύσκολο να θεωρήσουμε τα κινήματα σαν μια άλλη εξουσία αντιμέτωπη με το Κράτος. Η διαδικασία Κράτος-κίνημα διαχέεται σε μια σχέση στην οποία δε γίνεται αντιληπτό ποιος είναι αυτός που δρα. Και υπάρχει ο κίνδυνος το Κράτος να παριστάνει ότι τα κινήματα μεταβάλλονται, όταν ακριβώς είναι το ίδιο το Κράτος που δημιουργεί αυτά τα κινήματα, σαν εικόνα της αδυναμίας του και της ανικανότητάς του για σύνθεση.

Τι σημαίνει λοιπόν χειραφέτηση ως δυνατότητα συντακτική; Πώς μπορεί να οριστεί η χειραφέτηση, από την κρίση και μετά;


Ας θέσουμε επί τάπητος μια άλλη υπόθεση. Μπορούμε να μιλήσουμε για τη χειραφέτηση σαν πρόταση συντακτικής διαδικασίας σ’ ένα νέο χωρικό έδαφος. Και μια δεύτερη, στην οποία μετράει η χρονικότητα, η ροπή προς το υλικό αντικείμενο. Σ’ αυτό το σημείο μπαίνει στο παιχνίδι η ιστορική μεταβατική περίοδος που έχουμε ζήσει από το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, της ανολοκλήρωτης μεταπολίτευσης (της μετάβασης από το φασισμό στη δημοκρατία στην Ιταλία και την Ισπανία, λόγου χάρη). Αντί για μια μεταβατική περίοδο, επικάθισε πάνω σε όλα το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, αλλά επίσης μπορώ να πω και κάτι άλλο. Αυτόν τον καιρό γίνεται πολλή κουβέντα πώς μετά από τριάντα ή σαράντα χρόνια υπάρχουν κινήματα που εκφράζουν την ανάγκη για μια μεταπολίτευση, όπου το πάθος για τη δημοκρατία -- ένα πάθος για τα κοινά που καταστρέφει μια σειρά φορμαλισμούς που μπλόκαραν τη συντακτική διαδικασία της χειραφέτησης. Είναι η περίπτωση των «αγανακτισμένων» στην Ισπανία, τη Γουόλ Στριτ, την Αγγλία, τη Γερμανία και, με τρόπο πιο άτολμο, στο φοιτητικό κίνημα της Χιλής. Η αργεντίνικη ζωντάνια συνοψίζεται στο γεγονός ότι η μεταπολίτευση δεν κρύφτηκε, αλλά πρωταγωνίστησε σε αυτή τη μετάβαση.

Έχετε να προσθέσετε κάτι;

Είναι λογικό να ρωτήσει κανείς ποιες είναι οι μορφές της υποκειμενικότητας, γύρω από τις οποίες στρέφεται η εμπειρία της ζωής. Η πρώτη είναι η μορφή του υπερχρεωμένου. Ο προαναφερθείς παραγωγικός μετασχηματισμός πατά πάνω στο κίνημα που οδηγεί από την μισθωτή εργασία στην επισφαλή. Αλλά, αν θέλετε, είναι εδώ που αναδύεται η βάση μιας δυνατής χειραφέτησης, δηλαδή οι νέοι όροι της βιοεξουσίας και οι νέοι όροι της βιοπολιτικής. Η επισφαλής εργασία (που είναι μια εργασία γνωστική, δικτυακή, συνεργατική) εμφανίζεται σαν πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Η μορφή του επισφαλούς εργαζομένου χάνει την αυτονομία της υπό το κεφάλαιο, μετατρέπεται σε χρεώστη.

Δεν είναι, όμως, η μόνη μορφή…

Η άλλη είναι του διαμεσολαβημένου ανθρώπου. Βρίσκεται μέσα στον κλοιό των μέσων επικοινωνίας, κι επιπλέον, στον κλοιό της ικανότητας να χτίζεις συνεργασία μέσα στα μέσα. Αλλά επίσης είναι αιχμαλωτισμένος. Δεν πρόκειται πια τόσο για τη συνείδηση του αποξενωμένου ατόμου, παρά εκείνου που κυριεύτηκε απ’ το παιχνίδι της εξουσίας. Είναι ολοφάνερο, η κοινωνία είναι υπερβολικά σύνθετη, οι κίνδυνοι έρχονται απ’ όλες τις μπάντες, αλλά ο κίνδυνος παύει να είναι κίνδυνος όταν μετατρέπεται σε φόβο. Εξού και η ικανότητα ανταπόκρισης στον κίνδυνο, στις δυσκολίες της ζωής, με το να ερχόμαστε σε επικοινωνία, να αντιστεκόμαστε. Σκεφτείτε την επέκταση των συστημάτων εγκλεισμού, το τι σημαίνουν οι διαδικασίες αποκλεισμού, προκειμένου να εισαγάγουν το φόβο. Η κατασκευή της έννοιας του φόβου προέρχεται από μια βούληση για κυριαρχία, όχι για συνεργασία. Το πιο επικίνδυνο σχήμα είναι του ανθρώπου που αντιπροσωπεύεται. Γιατί συγκρούεται με το ζήτημα της χειραφέτησης. Τα ισχύοντα δημοκρατικά συντάγματα και η ιδέα της αντιπροσώπευσης που κατασκεύασαν, είναι ο χειρότερος εχθρός. Ο αντιπροσωπευόμενος άνθρωπος είναι η συμπερίληξη του υπερχρεωμένου ανθρώπου, του διαμεσολαβημένου και διασφαλισμένου. Στην αντιπροσώπευση, καμιά από τις δημοκρατικές αξίες (η χειραφέτηση, η συντακτική διαδικασία, η ελευθερία) δεν είναι διασφαλισμένη.

Και τότε;

Είναι δύσκολο. Για τον υπερχρεωμένο άνθρωπο υπάρχει μια πρώτη αντίδραση: «Δεν πληρώνω το χρέος». Είναι η θεμελιακή στιγμή για να αρχίσει να χειραφετείται πολιτικά. Είναι η άρνηση να με πετάξουν έξω απ’ το σπίτι μου, γιατί δεν τελείωσα την πληρωμή του δανείου. Πάει να πει «θέλω να επανοικειοποιηθώ αυτόν τον κοινό πλούτο που οικοδομήθηκε πάνω σε μια βάση κοινή». Και πρόκειται για το πέρασμα, μετά απ’ αυτή την άρνηση, σ’ αυτό που αποτελεί μια μορφή άρνησης από το πλήθος, στα πλαίσια μιας θετικής διατύπωσης: το χρέος που έχουμε «εμείς» μετατρέπεται σε συστατική πράξη μιας κοινωνίας λίγο καλύτερης. Με λίγα λόγια, τα τωρινά προβλήματα της χειραφέτησης, πρέπει να ειδωθούν από την άποψη του πώς να αντιπροσωπευόμαστε. Είναι καλή στιγμή για να προτείνουμε εναλλακτικές λύσεις, γιατί τώρα μας ακούνε.